Η επιλογή των βαφών στους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους αποτελεί θεμέλιο λίθο που διαμορφώνει την ταυτότητα ενός κτιρίου και αναπόσπαστο κομμάτι του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Το χρώμα είναι αναπόσπαστο στοιχείο κάθε κτιρίου και συνδέεται άμεσα με τον χαρακτήρα του. Αφενός προσδίδει υψηλό αισθητικό αποτέλεσμα στην πρόσοψη και στους εσωτερικούς χώρους της κατασκευής και αφετέρου επιδρά στο αρχιτεκτονικό έργο καθαυτό, επηρεάζοντάς τις οπτικές ιδιότητες της. Ο φωτισμός -φυσικός ή τεχνητός- και το χρώμα είναι απόλυτα συνδεδεμένα με την ψυχική διάθεση του ανθρώπου και επομένως απαραίτητες προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός «ζεστού» και φιλόξενου περιβάλλοντος, τόσο στις κατοικίες όσο και στα επαγγελματικά κτίρια. Καθότι το χρώμα έχει αποκτήσει μεγάλη σημασία για τις σύγχρονες κατασκευές, έχει υπάρξει τεράστια ποικιλία προϊόντων από τις αρμόδιες εταιρείες, ώστε να καταλυπόνται πλήρως οι ανάγκες κάθε κτιρίου και παράλληλα να υπάρχει περισσότερη ευελιξία στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.
Βαφές για κάθε κτίριο
Είναι εμφανές ότι η επιλογή του κατάλληλου χρώματος εμπίπτει στο προσωπικό γούστο του κάθε ιδιοκτήτη, αλλά και στο είδος του κτιρίου. Συνήθως, οι κατοικίες διακρίνονται από πιο ήπιες και διακριτικές χρωματικά προσόψεις, ενώ τα ξενοδοχεία και οι επιχειρήσεις από λίγο πιο έντονες, θέλοντας να τραβήξουν την προσοχή των πελατών. Επιπρόσθετα, υπάρχουν ειδικά βερνίκια τα οποία προσδίδουν αυξημένη προστασία στο κέλυφος της κατασκευής και επιλέγονται σε βιομηχανικά κτίρια ή υποδομές αυξημένης προσέλευσης.
Η Αγγέλικα Θεοδωρίδη, Αρχιτέκτων Εσωτερικών Χώρων του γραφείου Design it – 2ACID, αναφέρει ότι «υπάρχουν δυο βασικές κατηγορίες, τα χρώματα εσωτερικού και εξωτερικού χώρου. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα πλαστικά χρώματα (υδροχρώματα, μυκητοκτόνα χρώματα, σατινέ χρώματα), ενώ στη δεύτερη ανήκουν τα ακρυλικά (τσιμεντοχρώματα, ελαστικά, θερμοελαστικά, σιλικονούχα). Συνηθέστερα στους επαγγελματικούς χώρους, εσωτερικά, επιλέγουμε σατινέ χρώματα που έχουν μεγαλύτερη αντοχή στο πλύσιμο και στους λεκέδες. Στις κατοικίες από την άλλη πλευρά επιλέγουμε πλαστικά χρώματα, τα οποία επιτρέπουν τη διαπνοή στις επιφάνειες, ενώ απλώνονται εύκολα προσφέροντας αρκετά μεγάλη καλυπτικότητα. Στο μπάνιο ή στις κουζίνες που είναι χώροι με υγρασία συνήθως προτιμάμε μυκητοκτόνα χρώματα. Στις εξωτερικές επιφάνειες, πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε τις ανάγκες που έχει το εκάστοτε κτίριο (είτε είναι επαγγελματικός χώρος είτε κατοικία) και μετά να δούμε το είδος χρώματος που θα επιλέξουμε. Συχνότερες επιλογές είναι τα ακρυλικά χρώματα και τα ελαστικά γιατί χαρακτηρίζονται από αντοχή στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλυπτικότητα, ενώ ειδικά τα ελαστικά χρώματα δε λερώνονται από εξωτερικούς ρύπους και έχουν αντοχή στις συστολοδιαστολές».
Η επιλογή της βαφής εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, που σχετίζονται με τη λειτουργία του κτιρίου και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η Ελένη Τσόκα, Interior Architecture & Design, CEO του γραφείου No23 Architectural Design & Construction, εξηγεί πως «τα χρώματα που χρησιμοποιούνται στην οικοδομή κατατάσσονται σε κατηγορίες ανάλογα με την πρώτη ύλη της παρασκευής τους και τις ιδιότητες τους. Υπάρχουν τα ασβεστοχρώματα – τσιμεντοχρώματα τα οποία έχουν εφαρμογή στα εμφανή σκυροδέματα, τα πλαστικά χρώματα που παρουσιάζουν μεγάλη αντοχή στον χρόνο και τις καιρικές μεταβολές, τα ελαιοχρώματα τα οποία δεν είναι υδατοπερατά, τα διαφανή βερνίκια με ρητίνες, τα πυράντοχα που αντέχουν σε περίπτωση πυρκαγιάς και τα χρώματα πυροπροστασίας, τα οποία καίγονται κατά τη διάρκεια της φωτιάς σταματώντας την εξάπλωσή της. Αγαπημένες όλων τα τελευταία χρόνια είναι οι εφαρμογές φυσικών κονιαμάτων χρωμάτων επάλειψης ακόμα και σε δάπεδο και οροφή, οι οποίες προσφέρουν είτε λείο είτε τραχύ αποτέλεσμα, χαρίζοντας ιδιαίτερη αισθητική με φυσικά νερά και διακυμάνσεις. Η επιλογή του κατάλληλου προϊόντος γίνεται με συνεκτίμηση παραγόντων, όπως το είδος της επιφάνειας που πρόκειται να βαφεί, οι περιβαλλοντικές συνθήκες, ο τρόπος εφαρμογής, το κόστος του υλικού, η διάρκεια ζωής του και φυσικά οι ιδιότητες του».
Η αισθητική και το επιθυμητό ύφος κάθε κτιρίου αποτελεί ζήτημα προσωπικού γούστου, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν «έτοιμες» συνταγές για την επιλογή του χρώματος. Χαρακτηριστικά οι Ευάγγελος Κανελλόπουλος και Σπύρος Κούλιας, Επικεφαλής Αρχιτέκτονες του γραφείου ARCHI4M, αναφέρουν ότι «η αντίληψη της συγκεκριμένης επιλογής χρωμάτων σε σχέση με την χρήση των κτιρίων θεωρείται ξεπερασμένη. Όχι μόνο επειδή η αισθητική εμπίπτει σε υποκειμενικά κριτήρια, αλλά οι όποιες κατηγοριοποιήσεις, συνταγές και συμβουλές αντιτίθενται σε μια φιλοσοφία που εμπλέκει περισσότερες έννοιες όπως αυτές του συμβολισμού, της εντοπιότητας της κλίμακας, της χρήσης κ.α. Άρα υπάρχει μια σύνθεση δεδομένων που μπορεί να μεταβάλλουν τις όποιες επιλογές κατά περίπτωση. Άλλωστε η εξέλιξη προκύπτει από πειραματισμούς και νεωτερικές απόψεις, που εφόσον πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, γίνονται αποδεκτές και οικειοποιούνται τις νέες τάσεις. Ο χρόνος επιβάλλει αλλαγές που καταρρίπτουν προηγούμενα δεδομένα και προβάλλουν νέα».
«Η επιλογή του χρώματος είναι ένα θέμα που αφορά καθαρά το προσωπικό γούστο του καθενός. Ωστόσο ανά περιόδους εμφανίζονται κάποιες μόδες, που επηρεάζουν τις επιλογές μας. Σήμερα παρατηρείται μία τάση προς τις αποχρώσεις του γκρι, -ακόμα και του μαύρου σε κάποιες περιπτώσεις- στις προσόψεις των κτιρίων, ενώ παλαιότερα κυριαρχούσαν η ώχρα, το σάπιο μήλο ή το κυπαρισσί. Στους εσωτερικούς χώρους διαπιστώνουμε πως υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλία με έμφαση στα πιο έντονα χρώματα, που θυμίζουν δεκαετία του ΄70. Είναι εύλογο στις κατοικίες να επιλέγονται αποχρώσεις που εκφράζουν τις προτιμήσεις και τον χαρακτήρα του ιδιοκτήτη. Αντίθετα στα επαγγελματικά κτίρια προτιμώνται πιο απρόσωπα και διακριτικά χρώματα, ώστε να προάγεται ένα προφίλ που θα ανταποκρίνεται στη μάζα και θα ταυτίζεται με της τάσεις της εποχής. Επιπρόσθετος παράγοντας είναι το οικιστικό ύφος μίας περιοχής, καθώς δεν είναι επιθυμητό κάποια κατασκευή να ξεχωρίζει υπερβολικά, αλλά να υπάρχει σχετική ομοιομορφία» επεξηγεί ο Παναγιώτης Ανδρώνης, Interior Designer του γραφείου Andronis Interiors.
Τα χρώματα στην αρχιτεκτονική
Το χρώμα δεν αποτελεί απλώς μία επικάλυψη που απαρτίζει την εικόνα ενός κτιρίου, αλλά ένα θεμελιώδες συστατικό που καθορίζει την ταυτότητα του. Όπως προαναφέραμε, η απόχρωση επηρεάζει την ψυχολογία των χρηστών και επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο γίνονται αντιληπτοί γεωμετρικά οι εσωτερικοί και εξωτερικοί χώροι. Συνεπώς, ο χρωματισμός είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού με ποικίλες προεκτάσεις.
Σχετικά, η Ε. Τσόκα υπογραμμίζει ότι «η επιλογή των κατάλληλων αποχρώσεων στα κτίρια αποφασίζεται είτε σύμφωνα με προσωπικά κριτήρια είτε με πιο επαγγελματική προσέγγιση του αρχιτέκτονα ή του διακοσμητή, καθώς πρέπει να γνωρίζουμε ότι το χρώμα είναι μια εξέχουσα μεταβλητή στο σχεδιασμό του κτιρίου. Είναι γνωστό ότι τα χρώματα επηρεάζουν τα συναισθήματά μας. Το χρώμα, το οποίο είναι απαραίτητο ευρύτερα στην αρχιτεκτονική και όχι μόνο στην εσωτερική διακόσμηση, έχει την ιδιότητα να ομορφαίνει, να προσδίδει φινέτσα και πρωτοτυπία. Ταυτόχρονα το χρώμα παρεμβαίνει στις οπτικές ιδιότητες του κτιρίου. Πιο συγκεκριμένα επηρεάζει τη γεωμετρία του, τη σχέση σχήματος – εδάφους, τις διαστάσεις, το οπτικό βάρος, ακόμη και την υφή στο φινίρισμα της επιφάνειας. Είναι σημαντικό στην αρχιτεκτονική το φως και η απόχρωση να συνυπάρχουν αρμονικά και να ταιριάζουν απόλυτα, ώστε να μπορούν να αποδώσουν ένα άρτιο οπτικό θέαμα».
«Το χρώμα ενισχύει το τελικό αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα τονίζοντας τα ενδιαφέροντα σημεία ενός έργου. Όταν ένας προσεγμένα σχεδιασμένος κτιριακός όγκος φωτιστεί -τεχνητά ή φυσικά- και χρωματιστεί κατάλληλα, αναδεικνύεται, κάνοντας την τελική διαφορά. Μάλιστα, ακόμα και σε πιο παλιές κατασκευές που ανακαινίζονται, μόνο με το βάψιμο αλλάζει εντελώς η αρχική τους εικόνα και παρουσιάζονται εντελώς ανανεωμένες. Το φως και η απόχρωση είναι άμεσα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, ανάλογα με τη θέση του ήλιου και τον προσανατολισμό του ακινήτου η ίδια απόχρωση φαίνεται αρκετά διαφορετική», επεξηγεί ο Π. Ανδρώνης.
Από την πλευρά τους οι Ε. Κανελλόπουλος και Σ. Κούλιας σημειώνουν πως «η δημιουργική διαδικασία στην αρχιτεκτονική σύνθεση είναι επίπονη, αφού αναλύονται επί μέρους έννοιες, που εντέλει προδιαγράφουν τις απαιτήσεις και καθορίζουν στόχους. Η μεθοδολογία -λίγο πολύ γνώριμη-, η επιστήμη και η τέχνη εναρμονίζονται και παράλληλα συνδέονται με την κοσμοθεωρία του μελετητή. Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τάσεις και μόδες της εποχής, όλοι συμφωνούν ότι μια ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική πρόταση προκύπτει από τη σχέση του μερικού που συνθέτει το όλο. Το χρώμα είναι εξαιρετικά σημαντικό, αφού χαρακτηρίζει το κέλυφος. Υποστηρίζει την αισθητική, συμβολίζει το αρχιτεκτόνημα, ενώ συνδυάζεται με τα λοιπά υλικά πλήρωσής, καθώς και με την πλαστικότητα των όγκων. Ο διάλογος με τον φωτισμό είναι εξίσου καθοριστικός, αφού η σχέση χώρου-χρόνου μεταβάλλει ψευδαισθητικά ποιότητες στην οπτική αντίληψη. Όλα συνηγορούν ότι το χρώμα αποτελεί καταλυτικό εργαλείο αρχιτεκτονικής σύνθεσης, με δυναμικό οπτικό ερέθισμα».
«Ο κάθε χώρος έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και διαφορετικές ανάγκες. Συναντάμε συχνά λάθη τα οποία επηρεάζουν το τελικό αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα και την αισθητική του χώρου. Πολλές φορές η απουσία χρώματος ή η μονοχρωμία, μπορούν να προσδώσουν ένα αδιάφορο και ψυχρό αποτέλεσμα. Από την άλλη η πολυχρωμία, χωρίς τις απαιτούμενες γνώσεις, ενδέχεται να κάνει τον χώρο κακόγουστο και “φτηνό”, να ζαλίζει ή να αναστατώνει» επισημαίνει η Α. Θεοδωρίδη και συμπληρώνει «τα έντονα χρώματα κουράζουν όταν χρησιμοποιούνται σε μεγάλη επιφάνεια, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ο προσανατολισμός και ο φωτισμός ενός χώρου στην αρχική επιλογή. Δεν είναι όλα τα χρώματα κατάλληλα σε όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα τα έντονα και θερμά χρώματα πρέπει να αποφεύγονται στους χώρους χαλάρωσης, όπως και οι παστέλ αποχρώσεις σε χώρους που θέλουμε να ενεργοποιηθούμε. Ο κακός χειρισμός του χρώματος μπορεί να τονίσει χωρίς λόγο αυτά που θα θέλαμε να εξαφανίσουμε, όπως δοκούς, υποστυλώματα και σπασίματα, δημιουργώντας έναν κατακερματισμένο και αλλοπρόσαλλο περιβάλλον. Τέλος, τα διαφορετικά χρώματα ίδιας τονικότητας συνθέτουν ένα μπερδεμένο και υποδεέστερο αισθητικό αποτέλεσμα».
Βαφές και βιωσιμότητα
Τα σύγχρονα κτίρια υλοποιούνται με κριτήρια που τα καθιστούν φιλικά προς το περιβάλλον, χρησιμοποιώντας στον μέγιστο εφικτό βαθμό υλικά με πράσινες πιστοποιήσεις. «Η αρχιτεκτονική ορίζεται σαν ουμανιστική επιστήμη που οφείλει να υπηρετεί τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Η σύγχρονη πρόκληση στον τομέα των κατασκευών επιβάλλει κτιριακά κελύφη με ελάχιστο ενεργειακό αποτύπωμα, ώστε να είναι φιλικά προς το περιβάλλον. Πέραν του ορθού σχεδιασμού, απαιτείται η χρήση των κατάλληλων υλικών που θα συντηρήσουν τις δομές σε βάθος χρόνου. Η επιλογή του χρώματος καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική, όχι μόνο για λόγους αισθητικής, αλλά και για τις ιδιότητες που πρέπει να έχει, ώστε να επιτύχει τους προαναφερόμενους στόχους, δηλαδή μακρά διάρκεια ζωής και προστασία επιδερμίδας συνδυαστικά με οικολογική συμπεριφορά» τονίζουν οι Ε. Κανελλόπουλος και Σ. Κούλιας.
Ο Π. Ανδρώνης επισημαίνει ότι «οι εταιρείες χρωμάτων εξελίσσονται συνεχώς, προσπαθώντας να ανταποκριθούν στις περιβαλλοντικές προδιαγραφές των σύγχρονων κατασκευών. Πλέον υπάρχει διαθέσιμη στην αγορά ευρεία γκάμα προϊόντων τα οποία είναι φιλικά προς το περιβάλλον, διαθέτουν αντιμικροβιακές ιδιότητες και προσδίδουν αυξημένη αντοχή στις προσόψεις των κτιρίων. Ανάλογα με τη χρήση, υπάρχουν εξειδικευμένες βαφές και βερνίκια που διαθέτουν τις αντίστοιχες πιστοποιήσεις και εγγυήσεις».
Η Ε. Τσόκα υπογραμμίζει ότι «εν έτει 2022 γίνεται πλέον άμεσα αντιληπτό πως η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον του είναι σχέση αλληλεξάρτησης και σεβασμού. Όσον αφορά τη χρήση των υλικών και κυρίως των χρωματικών επιχρισμάτων, οι κατασκευές του παρελθόντος βασίζονταν σε τοπικά φυσικά υλικά, σε αντίθεση με σήμερα, που είναι διαθέσιμη μια ευρεία γκάμα υλικών με ποικίλα τεχνικά χαρακτηριστικά, φιλικά προς το περιβάλλον. Αυτά επηρεάζουν θετικά την εσωτερική ατμόσφαιρα των κτιρίων, βοηθούν στον φυσικό αερισμό των τοιχείων, προσδίδουν φωτεινότητα, προστασία των δομικών στοιχείων του κτιρίου, έχουν αντιμυκιτιακες ιδιότητες, δεν ευνοούν την προσκόλληση ιών και σκόνης, ενώ είναι καλαίσθητα, δίνοντας την δυνατότητα να εφαρμόζονται με διαφορετικές τεχνικές σε μινιμαλ ή πιο κλασικούς χώρους».
Μεγάλη φαίνεται να είναι η εξέλιξη της βιομηχανίας βαφών, αναφορικά με τη βιωσιμότητα των κατασκευών. Η Α. Θεοδωρίδη υποστηρίζει πως «τα τελευταία χρόνια έχει γίνει γνωστό ότι τα υλικά κατασκευής ενός κτιρίου έχουν επίδραση στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες χρωμάτων επενδύουν πια σε υλικά φιλικά προς τον άνθρωπο και το περιβάλλον προάγοντας οικολογικά χρώματα και βερνίκια. Αρχικά, τα προϊόντα αυτά διαλύονται με νερό και όχι με τοξικούς διαλύτες, ενώ δεν περιέχουν πρώτες ύλες που παράγονται τεχνητά, αλλά φυσικές. Σε γενικές γραμμές οι οικολογικές βαφές ρυπαίνουν ελάχιστα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής τους, από την εφαρμογή μέχρι την απορρόφησή τους από το περιβάλλον. Τα οικολογικά χρώματα που χρησιμοποιούνται ως εξωτερικές βαφές των κτιρίων είναι ένα βήμα παρακάτω, καθώς απορροφούν καυσαέρια, μειώνοντας έτσι τη ρύπανση της ατμόσφαιρας και δεν επιτρέπουν τη διάχυση των οξειδίων τους, τα οποία προκαλούν αναπνευστικά προβλήματα και συμβάλλουν στην ανάπτυξη του νέφους. Παράλληλα, καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια και νερό για να παραχθούν, ενώ περιορίζουν το ποσοστό των επικίνδυνων αποβλήτων κατά τη διαδικασία παραγωγής τους».
Η Άννα Δήμα, Διευθύντρια Επικοινωνίας & Marketing της VECHRO Α.Ε. δηλώνει πως «τα χρώματα και οι βαφές που είναι φιλικά προς το περιβάλλον, συνεισφέρουν θετικά στη βιωσιμότητα των κτιρίων, δεδομένου ότι μπορούν να προστατέψουν την βαφόμενη επιφάνεια έναντι των θερμικών απωλειών, προφέροντας θερμομόνωση και εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό, μείωση της κατανάλωσης ενέργειας (όπως ψύξη & θέρμανση), αλλά και φυσικών πόρων. Οι ιδιότητες ορισμένων χρωμάτων να γεφυρώνουν τις ρωγμές και τα σκασίματα στην εξωτερική κυρίως τοιχοποιία των κτιρίων, συμβάλλουν στην παράταση της ζωής και της λειτουργικότητας της επιφάνειας για πολλά έτη, με αποτέλεσμα να μην είναι απαραίτητη η επαναβαφή τους σε τακτά χρονικά διαστήματα. Τα πιστοποιημένα χρώματα υψηλών προδιαγραφών εταιρείας μας που παράγονται με βιώσιμο τρόπο, σεβόμενα το περιβάλλον, τηρούν τις ‘‘υποσχέσεις’’ τους συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του κτιρίου».
Ο Αριστοτέλης Νικολακόπουλος, Διευθυντής Έρευνας και Ανάπτυξης της VITEX Α.Ε. σημειώνει ότι «τα χρώματα λειτουργούν ως καταλύτες αειφορίας, πολλαπλασιάζοντας τον χρόνο ζωής και την χρηστικότητα των επιφανειών, αποτρέποντας ή αναβάλλοντας την επισκευή ή επαναβαφή τους και κατ’ επέκταση μειώνουν την κατασπατάληση πόρων. Η ορθή επιλογή πρώτων υλών με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, ή ανακυκλωμένων υλικών σε συνδυασμό με τις πιο σύγχρονες τεχνολογικές πρακτικές παραγωγής (όπως χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και μηδενικά απόβλητα), συνεισφέρουν θετικά στο εντεινόμενο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Οι κατάλληλες με βάση τα διεθνή πρότυπα τεχνικές ανάλυσης του κύκλου ζωής (LCA) που υιοθετούμε, ακολουθώντας συγκεκριμένες διαδικασίες αξιολόγησης του προϊοντικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος (PEF), διακρίνουν τα προϊόντα που θα προκαλέσουν την μικρότερη επίδραση στο περιβάλλον.
Παράλληλα προστατεύεται ο καταναλωτής από το greenwashing και τις παραπλανητικές πληροφορίες σχετικά με το πώς τα προϊόντα μιας εταιρείας είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον ή βιώσιμα, χωρίς αυτό να βασίζεται σε έγκριτες μεθόδους αξιολόγησης» και συμπληρώνει «ως εταιρεία, συμμετέχουμε σε συστήματα αξιολόγησης και πιστοποίησης κτιριακού περιβάλλοντος που σχετίζονται με βελτιωμένη περιβαλλοντική και ενεργειακή απόδοση, ποιότητα εσωτερικού αέρα, ανθρώπινη υγεία και ευεξία. Επίσης μέσα από τον σχεδιασμό και την διαδικασία παραγωγής των προϊόντων μας, υποστηρίζουμε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και τον στόχο επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050».
«Κύριος άξονας βιωσιμότητας των κτιρίων είναι το τρίπτυχο “σχεδιασμός-κατασκευή-χρήση” με τις αρχές εξοικονόμησης ενέργειας, αειφόρου ανάπτυξης και περιβαλλοντικής μέριμνας να ξεχωρίζουν.
Για το λόγο μάλιστα αυτό, το τελευταίο διάστημα έχουν δημιουργηθεί προαιρετικά προγράμματα αξιολόγησης και πιστοποίησης, τα οποία αφορούν ολόκληρες κτιριακές κατασκευές κι όχι απλά μεμονωμένα υλικά ή συστήματα υλικών» αναφέρει ο Λουκάς Αγγελής, R&D Manager της Kraft Paints και προσθέτει «σημαντικά κριτήρια που άπτονται στα χρώματα και στα δομικά υλικά και που επηρεάζουν την αξιολόγηση είναι η ποιότητα του εσωτερικού περιβάλλοντος -επιλογή υλικών με πολύ χαμηλή εκπομπή πτητικών οργανικών ενώσεων (low ΤVOC)- και η επιλογή συστημάτων δόμησης με χαμηλό ενεργειακό αποτύπωμα, καθώς και με οικολογικές πιστοποιήσεις από διεθνώς αναγνωρισμένους φορείς. Τα πιστοποιημένα προϊόντα βαφών προσδίδουν προστιθέμενη αξία στην κατασκευή, ενώ επηρεάζουν θετικά την εμπορική αξία, το κόστος συντήρησης, τις συνθήκες διαβίωσης και τον ‘‘πράσινο’’ χαρακτήρα του ακινήτου, κατά την αξιολόγηση νέων ή υφιστάμενων κτιρίων».
Συμπερασματικά, διαπιστώνουμε ότι το χρώμα αποτελεί βασικό γνώρισμα κάθε κατασκευής, διότι αναδεικνύονται οι λεπτομέρειες στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και υπογραμμίζεται η ομορφιά του κτιριακού όγκου. Παράλληλα με τη χρήση σύγχρονων επικαλύψεων ενισχύεται η αντοχή και η λειτουργικότητα των κτιρίων, παρατείνοντας την διάρκεια ζωής τους. Η χρήση οικολογικών βαφών συμβάλλει στον θετικό περιβαλλοντολογικό αντίκτυπο των κατασκευών και στη λήψη πράσινων πιστοποιήσεων, όπως είναι το LEED και το WELL. Επιπλέον, η σωστή επιλογή των αποχρώσεων συνδυαστικά με τον πλούσιο φυσικό φωτισμό, αποτελεί κριτήριο ψυχικής ευεξίας, ειδικά σε χώρους εργασίας ή κατοικίας, όπου οι χρήστες περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους. Συνεπώς, το χρώμα είναι μορφή έκφρασης και καλλιτεχνικής δημιουργίας, που δίνει ζωντάνια στα κτίρια, καθιστώντας πιο ελκυστικά και φιλόξενα.