Γιώργος Μπάτζιος: Μια νέα εποχή αρχιτεκτονικού πειραματισμού στην Ελλάδα

«Κάθε έργο αποτελεί μια πρόκληση για εμάς», σημειώνει στο Architect ο Γιώργος Μπάτζιος. Ο αρχιτέκτονας και ιδρυτής του γραφείου Georges Batzios Architects αναζητεί πάντα τις βέλτιστες λύσεις χωρίς να δίνει στερεοτυπικές απαντήσεις στα ζητήματα που προκύπτουν.

«Κάθε έργο αποτελεί μια πρόκληση για εμάς», σημειώνει στο Architect ο Γιώργος Μπάτζιος. Ο αρχιτέκτονας και ιδρυτής του γραφείου Georges Batzios Architects (με διεθνή καριέρα και συμμετοχή σε έργα όπως το 53w53 MoMA Tower στη Νέα Υόρκη, το Λούβρο του Άμπου Ντάμπι, Art and Technology Quarter στη Σεγκόβια, η Φιλαρμονική του Παρισιού, ο διεθνής διαγωνισμός του Rethink Athens σε συνεργασία με παγκοσμίου φήμης αρχιτέκτονες όπως οι Ateliers Jean Nouvel, David Chipperfield Architects, Martha Schwartz and Partners, Fr-ee Fernando Romero) αναζητεί πάντα τις βέλτιστες λύσεις χωρίς να δίνει στερεοτυπικές απαντήσεις στα ζητήματα που προκύπτουν, με αντισυμβατική διάθεση και βάσει της μοναδικότητας κάθε έργου.

Ποιες είναι οι σημαντικότερες τάσεις που σας έχουν επηρεάσει μέχρι στιγμής; Ποιες περιόδους της αρχιτεκτονικής και του design θεωρείτε τις πιο καθοριστικές για εσάς;

Αν μιλάμε για «τάσεις», τότε η συζήτηση αυτομάτως πηγαίνει στην έννοια της μόδας. Δεν θεωρούμε ότι η αρχιτεκτονική θα πρέπει να υπάρχει και να συντελείται με σκοπό να συντηρεί τα καταναλωτικά πρότυπα. Το αρχιτεκτονικό έργο δεν αποτελεί καταναλωτικό προϊόν που το μόνο που επιζητά πάνω του είναι τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά ούτε και ένα αναλώσιμο προϊόν. Σε ό,τι αφορά τα ρεύματα που με έχουν επηρεάσει περισσότερο, θα έλεγα το κίνημα του κριτικού τοπικισμού -είμαι βαθιά κοντεξτουαλιστής-, θαυμάζω πολύ τους Ιnternationale Situationniste, την αποδόμηση, τους Ιαπωνέζους μεταβολιστές, το μπρουταλιστικό κίνημα και τη φαινομενολογία.

Στη διάρκεια του ΕΣΩ, όπου συμμετείχατε ως ομιλητής, περιγράψατε την αρχιτεκτονική ως καλλιτεχνική διεργασία. Γιατί και πώς μπορεί να σπάσει τα δεσμά των πολεοδομικών κανονισμών;

Η αρχιτεκτονική προφανώς ξεπερνά μια απλή τεχνική διαχείριση της ύλης και αποτελεί μια πνευματική διεργασία με καλλιτεχνικά αξιώματα, ένα σύστημα τρισδιάστατων έργων τέχνης, των οποίων η ερμηνεία εξαρτάται από τον χρήστη. Πολλές φορές οι κανονισμοί και οι πολεοδομικές διατάξεις μπορούν να λειτουργήσουν ως αφορμές δημιουργικότητας με σκοπό να ξεπεραστούν τα υπολογιστικά όρια που θέτουν οι περιορισμοί, οδηγώντας σε μοναδικά αρχιτεκτονήματα προσαρμοσμένα στον εκάστοτε τόπο.

Γιατί προτιμάτε κυρίως τις μελέτες έργων μεγάλης κλίμακας; Ποια η σημασία της λειτουργίας του κάθε έργου ως τοπόσημου;

Λόγω της πολυπλοκότητάς τους και των διεπιστημονικών τους απαιτήσεων και της αλληλεπίδρασής τους με τον αστικό και δημόσιο χώρο. Το αποτύπωμα ενός τέτοιου έργου είναι πολύ μεγαλύτερο στην κοινωνία και κατά συνέπεια διαμορφώνει τον πολιτισμό. Οι επεμβάσεις αστικής και πολεοδομικής κλίμακας μπορούν να καθορίσουν τη φυσιογνωμία ενός τόπου και να αναβαθμίσουν τη ζωή των πολιτών.

Το τελευταίο διάστημα ακούμε συνέχεια για «πράσινα» κτίρια. Η αειφορία είναι μια καινούργια τάση για την αρχιτεκτονική ή ανέκαθεν ήταν συγκοινωνούντα δοχεία;

Πολλές φορές η αρχιτεκτονική περιορίζεται σε επιφανειακές λύσεις πρασινοποίησης ή σε καθαρά τεχνικές προσεγγίσεις που λανθασμένα προβάλλονται ως αντιπροσωπευτικά δείγματα βιώσιμου σχεδιασμού. Υπάρχει μια ανειλικρινής επίδειξη ενδιαφέροντος για το περιβάλλον, όπως περιγράφει ο όρος του «greenwashing». O πιο χαρακτηριστικός τρόπος ανάδειξης μιας φιλικής στάσης προς το περιβάλλον είναι η χρήση της φύτευσης-πράσινης κάλυψης στις όψεις και οροφές ενός κτιρίου χωρίς απαραίτητα να υπάρχει περιβαλλοντική βιώσιμη απόδοση. Στο γραφείο μας στοχεύουμε με ειλικρινές ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε την έννοια της αειφορίας, την οποία και θεωρούμε αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Δεδομένων των αναγκών για πιο βιώσιμα κτήρια, φροντίζουμε να πιστοποιούμε όλα μας τα κτίρια κατά τα πρότυπα LEED.

Ποια έργα σας (ολοκληρωμένα ή στο στάδιο της μελέτης) έχουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις και ποιες λύσεις δίνετε σε αυτές;

Κάθε έργο αποτελεί μια πρόκληση για εμάς στοχεύοντας πάντα στις βέλτιστες λύσεις χωρίς να δίνουμε στερεοτυπικές απαντήσεις στα ζητήματα που προκύπτουν, με αντισυμβατική διάθεση και αναζητώντας τη μοναδικότητα σε κάθε έργο.

Πιστεύετε ότι η σύγχρονη αρχιτεκτονική στην Ελλάδα έχει ποιότητα και χαρακτήρα;

Πιστεύω ότι συντελείται μια νέα εποχή πειραματισμού στην Ελλάδα που χαρακτηρίζεται από μια διάθεση πρότασης νέων και ενδιαφέροντων χωρικών μοντέλων. Προσπαθώντας κάποιος να χαρτογραφήσει την εικόνα της ελληνικής αρχιτεκτονικής παραγωγής των τελευταίων δεκαετιών, θα αναγνωρίσει μια τάση συνέχειας και ενίσχυσης μορφολογικών εκφράσεων του μοντερνισμού, με κριτική όμως ματιά, δημιουργικότητα και ιδιαίτερο χαρακτήρα.

Δημήτρης Καραμπατάκης: Σχεδιάζουμε για να προσφέρουμε μια χωρική βιωματική εμπειρία

Σε όλα τα έργα μαθαίνουμε συνεχώς για το πώς μπορούμε να πάρουμε και να συνδυάσουμε στοιχεία από διαφορετικές κλίμακες και διαφορετικές τεχνικές», σημειώνει ο Co-Founder του αρχιτεκτονικού γραφείου K-Studio.

Για τα έργα τους που ξεπερνούν τα ελληνικά σύνορα και προέρχονται από διαφορετικές τυπολογίες μιλά στο Architect ο αρχιτέκτων και συνιδρυτής του K-Studio, Δημήτρης Καραμπατάκης. Στο επίκεντρο της συνομιλίας μας η χρονοβόρα και ιδιαίτερα απαιτητική διαδικασία που ακολουθεί το γραφείο προκειμένου να οραματιστεί ένα αρχιτεκτονικό έργο που θα σέβεται την ιστορία, τον τόπο και το φυσικό περιβάλλον.

Γιατί επιλέξατε την αρχιτεκτονική; Ήταν μια έφεση προς το σχέδιο και τις τέχνες από την παιδική ηλικία ή προέκυψε πολύ αργότερα;

Και εγώ και ο Κωνσταντίνος σταθήκαμε τυχεροί γιατί μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον που ήταν εκτεθειμένο συνεχώς σε κάποια μορφή σχεδιασμού, καθώς ο πατέρας μας είναι αρχιτέκτων μηχανικός και η μητέρα μας σχεδιάστρια. Οπότε, από πολύ νωρίς έγινε βίωμά μας το «τι φτιάχνω» και το «γιατί το φτιάχνω». Για εμάς λοιπόν η αρχιτεκτονική ήταν μια επιλογή γιατί υπήρχε από το οικογενειακό περιβάλλον η αγάπη για τη διαδικασία της δημιουργίας, της παραγωγής και της κατασκευής. Όταν προέκυψε η συζήτηση για τον επαγγελματικό προσανατολισμό στις τελευταίες τάξεις του σχολείου, η ξεκάθαρη επιλογή και των δυο μας ήταν η αρχιτεκτονική, γιατί η επιστημονική προσέγγισή της θα μας επέτρεπε να συμμετάσχουμε εις βάθος στην ανάλυση της χρήσης του υλικού, του τι, του γιατί και του πώς σχεδιάζω και δημιουργώ.

Έχετε κάποια αγαπημένη σχεδιαστική νοοτροπία ή σας ενδιαφέρει περισσότερο το πρότζεκτ καθαυτό, ανεξάρτητα και αυτόνομα;

Για να ωριμάσει ένας αρχιτέκτονας και να απαντήσει στο πώς θέλει να χαρακτηριστεί, απαιτεί πολύ χρόνο. Στη δική μας περίπτωση, χρειαστήκαμε από το 1997 (όταν ξεκίνησαν οι σπουδές μας) έως το 2008 (όταν ξεκινήσαμε ουσιαστικά την επαγγελματική σταδιοδρομία) να κατασταλάξουμε στο ότι η διαδικασία της αρχιτεκτονικής δεν είναι μόνο να δώσει απάντηση στις αιτίες, στο γιατί, αλλά να προτείνει μια χωρική συναισθηματική-βιωματική έκφραση. Αυτή λοιπόν η εμπειρία χωρικής έκφρασης και συναισθήματος σίγουρα δεν μπορεί κάποιος να τη συνειδητοποιήσει ή και να την περιορίσει στο κέλυφος ενός κτιρίου. Από τότε μας ενδιαφέρει να προσφέρουμε με τα αρχιτεκτονήματά μας αυτό το βίωμα, ανεξάρτητα ωστόσο από την έννοια του κτιρίου. Αντ’ αυτού, μπορεί να είναι μια πέργκολα, ένας εσωτερικός χώρος, ή ένα πάρκο. Παίρνοντας αυτή την κατεύθυνση, αποδεσμευτήκαμε από την ιδέα πως ο αρχιτέκτονας σχεδιάζει μόνο κτίρια.

Από την αρχή λοιπόν της πορείας μας, αναλαμβάνοντας ανακαινίσεις εμπορικών χώρων, εγκαταλείψαμε το δόγμα του form follows function, και επενδύσαμε στη νοοτροπία να σχεδιάζουμε χώρους με απώτερο σκοπό να πουν τη δική τους ιστορία και να έχουν τη δική τους ταυτότητα, η οποία θα μετουσιώνεται σε μια ανθρώπινη εμπειρία χωρικής φύσεως.
Βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν ήταν μια εγωκεντρική προσπάθεια να αφήσουμε το προσωπικό μας στίγμα, αλλά η επιθυμία μας ο χώρος να αφηγείται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις αξίες και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ιδιοκτήτη στον οποίο ανήκει, αλλά και τη φυσιογνωμία του τόπου.

Είστε από τα αρχιτεκτονικά γραφεία που αναλαμβάνετε έργα και στο εξωτερικό. Ποια διαδικασία ακολουθείτε σε κάθε έργο δεδομένου ότι πρόκειται για διαφορετικές χώρες με διαφορετικές κουλτούρες;

Ήδη από τα πρώτα βήματα του γραφείου, όπου πολλές φορές είχαμε ανταγωνιστικά πρότζεκτ της ίδιας κατηγορίας, προσπαθούσαμε το κάθε έργο να είναι διαφορετικό από τα άλλα, εκμαιεύοντας όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες για το ίδιο το πρότζεκτ και τον ιδιοκτήτη του, αλλά και για τον τόπο του. Έτσι προέκυψε μια αρκετά λεπτομερής διαδικασία εξερεύνησης, η οποία βοηθά πολύ όταν η αφετηρία είναι διαφορετική. Με αυτό το σκεπτικό καταφέραμε να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις, τις ανάγκες και τις γεωγραφικές παραμέτρους κάθε έργου ξεχωριστά. Πρόκειται για μια διαδικασία που συνέβαλε καθοριστικά στην εξωστρέφεια και τη μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα του γραφείου, καθώς πείσαμε τους πελάτες ότι σε κάθε έργο λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη την τοποθεσία, την κουλτούρα και τον πολιτισμό της περιοχής, για να προτείνουμε κάτι καινούργιο, πρωτότυπο και μοναδικό, που θα έχει ρίζες εκεί.

Είναι μια διαδικασία αρκετά απαιτητική και χρονοβόρα αλλά ταυτόχρονα άκρως δημιουργική και αναζωογονητική. Και αυτό γιατί συνεχώς εμπνεόμαστε από διαφορετικά χαρακτηριστικά και γνωρίσματα, αποφεύγοντας την επανάληψη και τη μονότονη αρχιτεκτονική έκφραση. Επιπλέον, με αυτήν την προσέγγιση ο αρχιτέκτονας συμμετέχει από την αρχή στη σύλληψη και δημιουργία του έργου, πριν ακόμη και από το στάδιο της προμελέτης, και δεν περιορίζεται μόνο στο αισθητικό αποτέλεσμα.

Πόσο εύκολο είναι να διαχειριστείτε ως ομάδα όλη αυτή την περίπλοκη διαδικασία;

Αυτήν τη στιγμή το γραφείο απασχολεί 91 εργαζομένους -αρχιτέκτονες, interior designers και διοικητικό προσωπικό μεταξύ άλλων-, όπου υπάρχει μια ομάδα έμπειρων στελεχών τα οποία λόγω της πολύχρονης συμμετοχής τους στο γραφείο, έχουν καθορίσει και συνεχώς ανανεώνουν και εμπλουτίζουν τον χαρακτήρα και τη στρατηγική μας. Ήμουν ανέκαθεν υπέρ της πολυπληθούς ομάδας, που χαρίζει ποικιλία εμπειριών, ταλέντων και γνώσεων και συμβάλλει καθοριστικά στο αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα που μας ενδιαφέρει.

Αυτήν τη στιγμή, ποια έργα σας βρίσκονται σε εξέλιξη και ποια είναι τα μοναδικά τους χαρακτηριστικά;

Το πορτφόλιο των έργων που έχει αναλάβει το γραφείο διακρίνονται για την ποικιλία και διαφορετικότητά τους – από μια ιδιωτική κατοικία σε ένα κυκλαδίτικο νησί, μέχρι ένα μεγάλο resort στην Ταϊλάνδη, έξω από το Πουκέτ, που αποτελείται από το ξενοδοχειακό συγκρότημα, καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας, αλλά και ιδιωτικές κατοικίες. Επίσης, στην Τενερίφη έχουμε αναλάβει ένα μικτής χρήσεως οικιστικό συγκρότημα, μια ιδιωτική κατοικία στην Πορτογαλία και άλλη μία στις ελβετικές Άλπεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ακόμη στην Πύλο το resort Mandarin Oriental, που θα ανοίξει φέτος (σε συνεργασία με το γραφείο Τομπάζη, για λογαριασμό της ΤΕΜΕΣ), και το οποίο διακρίνεται για τα φυτεμένα δώματα προκειμένου να είναι ενσωματωμένο στο τοπίο της Πύλου, ενώ γίνεται εκτεταμένη χρήση της τοπικής πέτρας. Τέλος, ενδιαφέρον έχει και το ξενοδοχειακό συγκρότημα «Αστέρια» για λογαριασμό της Grivalia Hospitality, σε συνεργασία με τους Audo Architects και τους Α6Α και interior design το studio Muza Lab. Σε αυτή την περίπτωση κληθήκαμε να αναβιώσουμε την ιστορία των 60 ετών των «Αστεριών», δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο ξύλο με glulam, αλλά σεβόμενοι την πρωτότυπη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία.

Σε όλα τα έργα μαθαίνουμε συνεχώς για το πώς μπορούμε να πάρουμε στοιχεία από διαφορετικές κλίμακες και διαφορετικές τεχνικές. Ταυτόχρονα όμως αυτές οι κατασκευές μάς φέρνουν αντιμέτωπους με την ευθύνη και το χρέος που έχουμε ως αρχιτέκτονες να δημιουργούμε έργα που όχι απλά θα εντάσσονται στην περιοχή, αλλά θα σέβονται το φυσικό περιβάλλον, εξοικονομώντας τους φυσικούς πόρους, την ιστορία και την κληρονομιά των ανθρώπων.

Ποιες τυπολογίες έργων σάς ελκύουν περισσότερο; Υπάρχουν κατηγορίες έργων που θα θέλατε να ασχοληθείτε περισσότερο στο μέλλον;

Λόγω κουλτούρας και καταγωγής, κατανοούμε την έννοια της καλοπέρασης την οποία προσπαθούμε να μεταλαμπαδεύουμε σε όλα τα έργα μας. Προσέξτε όμως, όταν λέμε «καλοπέραση» δεν εννοούμε την εφήμερη ευχαρίστηση, αλλά το ευ ζην και την επικοινωνία που έχει ανάγκη και χρειάζεται ο άνθρωπος σε κάθε στιγμή της ζωής του, ανεξαρτήτως ώρας και εποχής.
Για παράδειγμα, στο LIKNON (σ.σ.: ο εντυπωσιακός minimal οίκος του Metaxa στο χωριό Βουρλιώτες της Σάμου), που δεν είναι τουριστικό ή ξενοδοχειακό έργο, έχουν ενσωματωθεί στοιχεία φιλοξενίας, τα οποία δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για να κατανοήσει ο επισκέπτης του χώρου την ιστορία του brand, τις αξίες και το έργο της εταιρείας. Αντίστοιχα, στο αεροδρόμιο της Μυκόνου, όπου συνεργαστήκαμε με την Betaplan για λογαριασμό της Fraport, μας απασχόλησε το πώς μπορεί ένα αεροδρόμιο να μιλήσει αρχιτεκτονικά για την ιστορία, τη φιλοξενία και τους ανθρώπους της Μυκόνου, παίρνοντας την κυκλαδίτικη αυλή και αναδεικνύοντάς την σε μια βαθιά όψη καλοπέρασης και ευζωίας.
Πέραν αυτών, σίγουρα θα θέλαμε να δούμε πώς μπορεί να εφαρμοστεί αυτή η έννοια του ευ ζην που μόλις περιέγραψα σε δημόσια έργα, σε κάποιο μουσείο ή σε έναν χώρο ιατρικής φροντίδας.

Πώς αντιμετωπίζετε την εξέλιξη της τεχνολογίας στο αντικείμενό σας;

Δεν το βλέπω διαφορετικά από τη μετάβαση που είχε η αρχιτεκτονική από το χειρόγραφο design στον υπολογιστή. Το παραγόμενο προϊόν έχει γίνει πιο σύνθετο, οπότε θα πρέπει να εξελιχθούν και τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε. Το ίδιο ακριβώς συνέβη όταν μεταβήκαμε από το 2d στο 3d, ή όταν διαδόθηκε το ΒΙΜ, επειδή το αποτέλεσμα έχει γίνει πιο σύνθετο και καλύτερο. Όσα εργαλεία θα ενσωματώσουν την τεχνητή νοημοσύνη, θα κάνουν καλύτερη την αρχιτεκτονική μας. Δεν θα μπορέσει να αντικαταστήσει βέβαια την ανθρώπινη απόφαση και το ανθρώπινο συναίσθημα.

Αναγνωρίζεται ο ρόλος του αρχιτέκτονα σήμερα;

Πλέον, η αρχιτεκτονική προσφορά αναγνωρίζεται και στην Ελλάδα ευρύτερα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Είναι διαδεδομένο πως κάποιος ιδιοκτήτης θα απευθυνθεί στον αρχιτέκτονα για να αναβαθμίσει και να μεγιστοποιήσει την αξία της επένδυσής του.
Όσο πηγαίνουμε στο πιο εμπορικό κομμάτι, όπου σχήματα εντολέων αποφασίζουν να κάνουν μια επένδυση, υφίσταται ο σεβασμός του ειδικού, η αναγνώριση δηλαδή της κατάρτισης και εξειδίκευσης στην αρχιτεκτονική. Κάτι το οποίο με τη σειρά του επιτρέπει και την κριτική που μπορεί να ασκηθεί σε κάποιο αρχιτεκτονικό έργο. Στα δε ιδιωτικά έργα, όλα εξαρτώνται από την εμπιστοσύνη που εκφράζουν ο αρχιτέκτονας με τον ιδιοκτήτη, ο ένας προς τον άλλο, στο πλαίσιο της παραγωγικής συζήτησης για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός έργου.

Γιώργος Αρμάος: Προς μια νέα σύγκλιση αρχιτεκτονικής και εικαστικών τεχνών

Η αλλαγή πλεύσης συνίσταται στο ότι οι καλλιτέχνες κλήθηκαν εξαρχής να συμμετάσχουν ως αναπόσπαστο μέρος του σχεδιασμού του έργου και όχι ως μια εκ των υστέρων εικαστική παρέμβαση, επισημαίνει ερευνητής και σύμβουλος για τη σύγχρονη τέχνη.

Τον παλμό και την πρόκληση της νέας εποχής που επανενώνει την αρχιτεκτονική με τις εικαστικές τέχνες περιγράφει στο Architect ο Γιώργος Αρμάος, ερευνητής και σύμβουλος για τη σύγχρονη τέχνη, παρατηρώντας ωστόσο πως δεν πρόκειται τόσο για μια απλή συνεργασία των δύο μορφών τέχνης, αλλά για μια εκ βαθέων σύγκλιση των εικαστικών με τους αρχιτέκτονες από τα πρώτα στάδια του έργου. Παράλληλα, περιγράφει το πώς οι αστικές αναπλάσεις στην Ελλάδα θα μπορούσαν να εμπνευστούν από τα «πάρκα γλυπτικής».

Ένα από τα θέματα που έχετε επισημάνει είναι η αναγκαιότητα αναβίωσης της σχέσης εικαστικών και αρχιτεκτονικής. Μα, δεν είναι αλληλένδετη η συνύπαρξη αυτών των δύο μορφών τέχνης; Τι έχει αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου;

Η έρευνα που ξεκίνησα το 2010 για τα πάρκα γλυπτικής/πεδία τέχνης και στη συνέχεια για τη σχέση τέχνης και αρχιτεκτονικής, με οδήγησε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα τα οποία θεώρησα χρήσιμο να μοιραστώ με το κοινό του ΕΣΩ.
Κάνοντας μία αναδρομή στην ιστορία της ανθρωπότητας, παρατηρεί κανείς ότι η αρχιτεκτονική και οι εικαστικές τέχνες υπήρξαν όντως αλληλένδετες. Αυτή ήταν η πραγματικότητα μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα, έως ότου συντελέστηκε μια ρήξη ανάμεσα στις δύο που διαρκεί ακόμα. Η ρήξη οφειλόταν σε ποικίλους παράγοντες που σχετίζονταν είτε με τάσεις στους ίδιους τους χώρους των τεχνών, είτε με άλλους που ανάγονταν στην οικονομία, την πολιτική, την κοινωνιολογία κ.λπ. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε έναν ολόκληρο αιώνα απομόνωσης των τεχνών και ελαχιστοποίησης των συνεργειών ανάμεσα στα διαφορετικά πεδία.

Το επόμενο συμπέρασμα στο οποίο οδηγήθηκα μέσα από τη προσωπική μου εμπειρία, όπως αυτή διαμορφώνεται από τα ταξίδια, τα αναγνώσματα, τις συνεργασίες αλλά και τις επαγγελματικές μου επιδιώξεις, είναι ότι οδεύουμε σε μια εποχή η οποία χαρακτηρίζεται από μία νέα σύγκλιση μεταξύ αρχιτεκτονικής και εικαστικών τεχνών. Αυτή η ώσμωση αποτελεί το καινούργιο zeitgeist. Αυτό που έχει ενδιαφέρον σήμερα είναι ότι το νέο αυτό πνεύμα της εποχής δεν το συναντά κανείς αποκλειστικά και μόνο στα μεγάλα παραδοσιακά κέντρα. Διάγουμε μία περίοδο πολυκεντρισμού, κατά την οποία αυτές οι νέες τάσεις μπορούν να ανιχνευθούν σε διαφορετικά σημεία του κόσμου και οι περισσότεροι να νιώσουν μέρος της αλλαγής που συντελείται.

Το ερώτημα που πλέον καλούμαστε να απαντήσουμε ανεξαρτήτως της γεωγραφίας είναι, όχι το εάν, αλλά το πώς, το γιατί και το με ποιους θα υλοποιηθεί η σύγκλιση. Αυτό που προσπαθώ να εκφράσω είναι ότι δημιουργείται όλο και πιο έντονα η ανάγκη για γόνιμες συνεργασίες και πρέπει να εξετάσουμε τους όρους και τις συνθήκες που θα επιτρέψουν την υλοποίησή τους. Αυτές είναι ήδη εμφανείς στον χώρο της μόδας και τη σχέση της με τα εικαστικά. Προς το παρόν, οι συνέργειες μοιάζουν να είναι λιγότερες στον χώρο της αρχιτεκτονικής γιατί οι χρόνοι υλοποίησης είναι διαφορετικοί. Αυτή είναι όμως η πρόκληση στην οποία οφείλουμε να ανταποκριθούμε.

Παράλληλα όμως δεν ελλοχεύει ο κίνδυνος το κτίσμα να χάσει τη λειτουργικότητά του αν επικεντρωθούμε περισσότερο στο φαίνεσθαι και την εικόνα;

Πάνω ακριβώς σε αυτό το επιχείρημα του «Form follows function» εδράστηκε το μοντερνιστικό διαζύγιο μεταξύ των εικαστικών και της αρχιτεκτονικής. Όμως κανένας από τους δύο τομείς δεν έχει πάψει να επαναπροσδιορίζεται. Το τι είναι ένα έργο τέχνης διαμορφώνεται από τον καλλιτέχνη, όπως αντίστοιχα η ίδια ερώτηση μπορεί να τεθεί και για ένα κτίριο. Ο «καλλωπισμός» ενός οικοδομήματος από έναν καλλιτέχνη δεν συνεπάγεται απαραίτητα την απώλεια της λειτουργικότητάς του. Το μωσαϊκό πάτωμα που συνέθεσε ο Rashid Johnson για το εστιατόριο Mount St. της Hauser and Wirth στο Λονδίνο δεν επηρέασε την υπόσταση του πατώματος, ούτε άλλαξε τη χρήση του ως τέτοιου. Η επένδυση των τοίχων ενός χώρου υποδοχής στο παλάτι της Κοπεγχάγης με ταπισερί από την εικαστικό Miriam Backstrom δεν αναίρεσε τη λειτουργία των τοίχων. Ο σχεδιασμός της οροφής του αίθριου στο καινούργιο Buffalo AKG Museum από τον Olafur Eliasson δεν αναίρεσε τη λειτουργικότητα της οροφής.

Θα μπορούσε κανείς να φέρει πολλά αντίστοιχα παραδείγματα, τα οποία έρχονται σε αντίθεση με τη μεταμοντέρνα αρχιτεκτονική τύπου Guggenheim Bilbao, που επικεντρώθηκε στο φαίνεσθαι και την εικόνα του κτιρίου εις βάρος του περιεχομένου της συλλογής έργων τέχνης που αρχικά δεν υπήρχε και έπρεπε να δημιουργηθεί. Το ζήτημα της λειτουργικότητας όμως -καλώς ή κακώς- προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό και από τον εκάστοτε παραγγελιοδότη. Όταν για παράδειγμα η Google μετέφερε τα γραφεία της στο κεντρικό Λονδίνο και αποφάσισε να εγκαταστήσει ένα γήπεδο μπάσκετ ύψους τριών ορόφων στο κέντρο του κτιρίου «θυσιάζοντας» τα πατώματα, σίγουρα συμβιβάστηκε ως προς τη συνολική λειτουργικότητα. Σε αυτό είχε λόγο ο παραγγελιοδότης. Σίγουρα πάντως η αρχιτεκτονική θα πρέπει να είναι λειτουργική.

Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα αντιπροσωπευτικότερα παραδείγματα υλοποιημένων έργων που δείχνουν μια αλλαγή πλεύσης όσον αφορά τις σχέσεις των εικαστικών και της αρχιτεκτονικής;

Ανέφερα ήδη τρία. Σημαντικά σε μέγεθος και απήχηση παραδείγματα -που ανέφερα στην ομιλία μου- είναι αυτά της Όπερας του Όσλο (Shonhetta, 2008), του Bird’s Nest σταδίου στο Πεκίνο (Herzog and de Meuron σε συνερασία με τον Ai Weiwei, 2008), αλλά και το Superkillen στην Κοπεγχάγη που υλοποιήθηκε από τους BIG, Topotek1 και Superflex (2012). Πρόκειται για έναν δημόσιο χώρο-πλατεία και παιδική χαρά, σχεδιασμένο συνεργατικά από καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και αρχιτέκτονες τοπίου. Η καλλιτεχνική κολεκτίβα Superflex ετοιμάζει ένα επόμενο αντίστοιχο έργο στη Sharjah, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Η αλλαγή πλεύσης συνίσταται στο ότι οι καλλιτέχνες κλήθηκαν εξαρχής να συμμετάσχουν ως αναπόσπαστο μέρος του σχεδιασμού του έργου και όχι ως μια εκ των υστέρων εικαστική παρέμβαση. Υπάρχει τεράστια ποιοτική διαφορά ανάμεσα σε έναν σταθμό του μετρό όπως αυτός που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Oscar Tusquets Blanca για τη στάση Τολέδο στην Νάπολη σε συνεργασία με τους καλλιτέχνες Robert Wilson και William Kentridge, ή τα έργα που βρίσκει κανείς στους σταθμούς της Στοκχόλμης και του Όσλο, σε σχέση το μετρό της Αθήνας, όπου η τέχνη προσπάθησε να χωρέσει, συμβιβαζόμενη σε ένα ήδη προαποφασισμένο σχεδιασμό. Χωρίς να θέλουμε να μειώσουμε τις καλές προθέσεις, δεν σημαίνει ότι τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα δεν θα πρέπει να μας κινητοποιούν, να θέτουν τον πήχη ψηλά και να δημιουργούν την επιθυμία για το βέλτιστο.

Μια ακόμη αγαπημένη σας θεματική είναι τα «πάρκα γλυπτικής». Ποια είναι τα ιδιαίτερα γνωρίσματά τους;

Κύριο ιδιαίτερο γνώρισμά τους είναι η διαφορετικότητά τους, και ως εκ τούτου το πόσο δύσκολη είναι η μεταξύ τους σύγκριση. Πρέπει κανείς να ταξιδέψει πολύ μακριά για να ανακαλύψει κάποιες ομοιότητες. Για παράδειγμα, το Gibbs Farm στη Νέα Ζηλανδία και το Yorkshire Sculpture Park στην Αγγλία έχουν, ίσως, ως κοινό χαρακτηριστικό ότι και τα δύο αποτελούν φάρμες με ζώα, στο τοπίο των οποίων φιλοξενούνται τα γλυπτά. Το Benesse Art Site στη Νότια Ιαπωνία και το Inhotim στην Βραζιλία μοιράζονται τη δυσκολία προσβασιμότητας, αλλά και το γεγονός ότι η φύση συνδιαλέγεται με κορυφαία παραδείγματα αρχιτεκτονικής που ενσωματώνουν σημαντικά δείγματα της μοντέρνας και σύγχρονης γλυπτικής και εγκαταστάσεων.

Το Chateau La Coste στην νότια Γαλλία και το Museum of Old and New Art στην Αυστραλία ξεκίνησαν και συνεχίζουν να λειτουργούν ως αμπελώνες και οινοποιεία, το πρώτο συλλέγοντας και παρουσιάζοντας αρχιτεκτονικά pavilion και γλυπτική, και το δεύτερο εντάσσοντας απαιτητικές στην υλοποίησή τους μόνιμες εικαστικές εγκαταστάσεις. Και τα δύο έχουν επεκτείνει τη δραστηριότητά τους στην φιλοξενία και την εστίαση υψηλού επιπέδου. Τα παραπάνω, όπως και τα Judd Foundation και Chinati Foundation, έχουν μεταβάλει ριζικά τις οικονομίες των γεωγραφικών περιοχών στις οποίες βρίσκονται.

Κατά τα τελευταία δεκατρία χρόνια που επισκέπτομαι και μελετώ «πάρκα γλυπτικής/πεδία τέχνης», μπορώ να καταθέσω ότι ως επιτυχημένα μοντέλα θεωρώ ελάχιστα παραδείγματα και αυτά είναι μετρήσιμα στα δάχτυλα των δύο χεριών. Η επιτυχία τους συνίσταται: στο υψηλό όραμα, στη διάθεση σημαντικών οικονομικών πόρων και ανθρωπίνου δυναμικού, στη συνεχή υπομονή και στη διαρκή επιμονή στον στόχο. Επίσης σημαντικοί παράγοντες είναι η αισθητική καλλιέργεια και η συστηματική γνώση της σύγχρονης τέχνης από τις επαγγελματικές ομάδες που εργάζονται πάνω στο έργο. Τα εξέχοντα «πάρκα γλυπτικής/πεδία τέχνης» είναι σαν τους κήπους. Δεν είναι δυνατόν να φυτέψεις κάτι και να περιμένεις ότι θα ανθοφορήσει μόνο του σε έναν χρόνο. Θέλουν συνεχή φροντίδα και επένδυση.

Με αφορμή το κύμα αστικών αναπλάσεων που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, πιστεύετε ότι πλησιάζουμε στην ιδέα των «πάρκων γλυπτικής»;

Και ναι και όχι. Θα με ικανοποιούσε πολύ να έβλεπα την ιδέα των «πάρκων γλυπτικής/πεδίων τέχνης» να ευδοκιμεί στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, όμως, το ζήτημα δεν είναι η δημιουργία ενός ή περισσοτέρων πάρκων γλυπτικής. Μεγαλύτερη σημασία για εμένα έχει ο τρόπος με τον οποίο η σύγχρονη τέχνη μπορεί να απεγκλωβιστεί από το πλαίσιο του εργαστηρίου, της γκαλερί, του μουσείου και να εισέλθει στον δημόσιο χώρο, όχι τόσο ως αντικείμενο, αλλά κυρίως μορφοπλαστικά. Ένα πάρκο γλυπτικής/πεδίο τέχνης θα ήταν σημαντικός πόλος έλξης, το ερώτημα όμως είναι τι συμβαίνει με την υπόλοιπη πόλη. Η αισθητική παραμέληση του δημόσιου χώρου στην Αθήνα είναι γεγονός, και η αναβάθμισή του θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα. Εκεί νομίζω ότι θα μπορούσε να υπάρχει και η ουσιαστικότερη συμβολή. Όχι απαραίτητα με τη μορφή της δημόσιας «γλυπτικής» των ανδριάντων του 19ου και εν μέρει του 20ού αιώνα που έχουμε συνηθίσει και δεν σημαίνει τίποτα για τους περισσότερους από τους σημερινούς κατοίκους της πόλης. Αυτό που πλησιάζει περισσότερο σε αυτό που αντιλαμβάνομαι ως ιδανική σύγχρονη γλυπτική, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Δημήτρης Πικιώνης αναδιαμόρφωσε τον λόφο του Φιλοπάππου με τους φοιτητές του και τοπικούς λιθοδόμους. Ή ο τρόπος με τον οποίο η Νέλλα Γκόλαντα πραγματοποίησε τη γλυπτική παρέμβαση-θέατρο στο λατομείο της Αιξωνής στην Γλυφάδα.

Ο νόμος έχει προβλέψει τη δημιουργία ενός πάρκου γλυπτικής στο Μητροπολιτικό Πάρκο στο The Ellinikon. Αν όμως απλά «φυτέψουμε» παρακείμενα στα δέντρα γλυπτά, αυτό θα οδηγήσει πιθανότητα σε ένα αποτυχημένο αποτέλεσμα. Αντίθετα, η προσέγγιση θα πρέπει να είναι διαφορετική, καλώντας εξαρχής καλλιτέχνες να συνεργαστούν με τους πολεοδόμους, τους αρχιτέκτονες και τους αρχιτέκτονες τοπίου στον σχεδιασμό και την ενσωμάτωση των εικαστικών στον περιβάλλοντα χώρο.

Την ίδια κατεύθυνση κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα ιδιωτικά πολιτιστικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στον δημόσιο χώρο, όπως το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος που χρηματοδοτεί το παραλιακό μέτωπο μπροστά από το ΚΠΙΣΝ, αλλά και το Ίδρυμα Ωνάση που προσπαθεί να ενεργοποιήσει μία νέα διάσταση του Πεδίου του Άρεως με τις περιοδικές εκθέσεις που πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια στο πάρκο. Τόσο σε αυτά, όσο και στους νέους σταθμούς του μετρό και τις εικαστικές απόπειρες του Δήμου Αθηναίων ή άλλων δήμων της χώρας θα πρέπει να υπάρξει μια αντίστοιχη πολιτιστική στρατηγική σε ό,τι αφορά τις αστικές αναπλάσεις.

«Πρέπει να κατανοήσουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη, για να την ελέγξουμε»

Η τεχνολογία θα μας αποδεσμεύσει από την επανάληψη και τη μονοτονία, για να επικεντρωθούμε στην ελεύθερη δημιουργία, υποστηρίζει η επικεφαλής της LookX, που προσφέρει τεχνολογικές λύσεις στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό.

Όσο περισσότερο εξελίσσεται η γνώση μας και φυσικά η πρακτική εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), τόσο περισσότερο θα απασχολεί τον χώρο της Αρχιτεκτονικής. Σε συνέχεια του προηγούμενου editorial, που μετέφερε την (μάλλον απαισιόδοξη) άποψη του Βρετανού ακαδημαϊκού Neil Leach, αυτήν τη φορά έχουμε την ευκαιρία να πάρουμε μια ιδέα από μια εταιρεία που έχει ως αντικείμενό της την τεχνολογία.

Σε αντίθεση, λοιπόν, με την τοποθέτηση του Leach, πως η ΑΙ θα μειώσει τις θέσεις εργασίας των ανθρώπων στην αρχιτεκτονική, η Wanyu He, ιδρύτρια και επικεφαλής της LookX, που αναπτύσσει λύσεις τεχνολογίας για αρχιτεκτονικά γραφεία, υποστηρίζει ότι η ΑΙ θα προσθέσει περισσότερη αξία στο κατασκευαστικό αντικείμενο, αλλά και στη συνολική οικονομία.
Με άρθρο της στο dezeen, η Wanyu He σημειώνει πως «για να αντιληφθούμε την ΑΙ, πρέπει πρώτα να την κατανοήσουμε πλήρως. Προσώρας η Τεχνητή Νοημοσύνη εφαρμόζεται σε πολύ συγκεκριμένες λειτουργίες και πάντα υπό τον πλήρη έλεγχο των ανθρώπων. Ο ρόλος των ανθρώπων στον έλεγχο της ΑΙ είναι σημαντικότερος από ποτέ».

Απαντώντας μάλιστα στον Leach, σημειώνει πως «η τεχνολογία ανέκαθεν οδηγούσε σε νέα επίπεδα προόδου και ανάπτυξης τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ήταν σίγουρα πολλές οι θέσεις εργασίας που εξαφάνισε η Βιομηχανική Επανάσταση, αλλά την ίδια στιγμή δημιούργησε πολύ περισσότερες. Πρέπει η ανθρωπότητα να συνειδητοποιήσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα – την τεχνολογία, για να αποδεσμευτούμε από την επανάληψη και να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ανεμπόδιστα».

Συνεχίζοντας, αναφέρει πως η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης θα επιτρέψει στους αρχιτέκτονες να επικεντρωθούν σε μικρότερα, πιο ανταποδοτικά έργα. «Στην Κίνα, για παράδειγμα, είμαστε τόσο συνηθισμένοι σε έργα τεράστιας κλίμακας. Αλλά αν κοιτάξετε προσεκτικά το Πεκίνο, τους δρόμους στη Σαγκάη και τις αστικές αναπτύξεις στη Σενζέν που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή πολλών ανθρώπων, είναι δυνατό να αναπτύξουμε αυτά τα έργα μόνο εάν απελευθερώσουμε περισσότερους ανθρώπινους πόρους από τις μεγάλες κατασκευές».
«Η απόρριψη της τεχνολογίας δεν θα την εξαφανίσει», είπε. «Μόνο αν την αγκαλιάσουμε, θα μπορέσουμε να την ελέγξουμε».
Η LookX αναπτύσσει αλγόριθμους για τη γρήγορη δημιουργία, αξιολόγηση και διόρθωση αρχιτεκτονικών σχεδίων που λαμβάνουν υπόψη το ρυθμιστικό-κανονιστικό πλαίσιο ενώ παρέχουν ανάλυση κόστους σε πραγματικό χρόνο. Αφήνοντας την τεχνητή νοημοσύνη να κάνει αυτούς τους υπολογισμούς, υποστηρίζει η Wanyu He, οι αρχιτέκτονες είναι σε θέση να παρακάμψουν μια μακρά και βαρετή διαδικασία και, αντ’ αυτού, να επικεντρωθούν κυρίως στην ανάπτυξη του σχεδίου.