Τον περασμένο Μάρτιο ολοκληρώθηκαν επτά χρόνια από τον απροσδόκητο θάνατο της Βρετανο-ιρακινής αρχιτέκτονος Zaha Hadid. Η επιρροή της στην αρχιτεκτονική δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Η Hadid ανήκε στη γενιά των αρχιτεκτόνων που ανανέωσαν και ανακάλυψαν νέες μορφές, τύπους και τεχνοτροπίες που θα καθόριζαν τον σύγχρονο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον στην περίπτωση της Hadid είναι πως ως γυναίκα αραβικής καταγωγής, στάθηκε απέναντι στα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις, επανακαθορίζοντας το «ποιος» είναι ο αρχιτέκτων.

Από το Ιράκ στο Λονδίνο και τους Zaha Hadid Architects
Η Hadid γεννήθηκε στη Βαγδάτη, Ιράκ, το 1950. Μεγάλωσε σε ένα κοσμοπολίτικο οικογενειακό περιβάλλον που ασχολούνταν τόσο με την πολιτική όσο και με τις τέχνες. Συνειδητοποίησε το ενδιαφέρον της για την αρχιτεκτονική σε νεαρή ηλικία και, αργότερα στην παιδική ηλικία, το συνέδεσε με τις επισκέψεις σε αρχαίες πόλεις των Σουμερίων στο νότιο Ιράκ.
Στη δεκαετία του 1970, η Hadid σπούδασε μαθηματικά στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο στη Βηρυτό του Λιβάνου, προτού μετακομίσει στο Λονδίνο για να σπουδάσει αρχιτεκτονική στο Architectural Association School of Architecture. Εκεί, η δουλειά της διαμορφώθηκε από το ενδιαφέρον της για τα ρωσικά πρωτοποριακά κινήματα. Μετά την αποφοίτησή της, εργάστηκε για μερικά χρόνια στο Office of Metropolitan Architecture (OMA), ένα αρχιτεκτονικό γραφείο που ιδρύθηκε από τον Rem Koolhaas και τον Ηλία Ζέγγελη, οι οποίοι ήταν και οι δύο πρώην καθηγητές της. Το 1980, η Hadid ίδρυσε τη Zaha Hadid Architects και άρχισε να ανοίγει τον δικό της δρόμο στον τομέα

Η τυχαιότητα
Η Hadid επέλεξε να δώσει στην αρχιτεκτονική μια ταυτότητα έξω από το status quo της εποχής της. Τα σχέδιά της αγκάλιαζαν φόρμες κα γραμμές που έμοιαζαν να είχαν ξεπηδήσει κατευθείαν μέσα από πίνακες του Μοντερνισμού. Αυτές οι φόρμες ήταν αρκετά διαφορετικές από την ορθογώνια «θεώρηση» που ήταν τόσο κεντρική για τον τότε αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Υποστήριξε αυτές τις νέες μορφές -απορρίπτοντας ταυτόχρονα τις αρχιτεκτονικές τάσεις του παρελθόντος- δίνοντας στο δικό της έργο τον χαρακτήρα της τυχαιότητας και της αποδόμησης – ένας συνδυασμός λογικής κα προνοητικότητας.

Το 1980 άνοιξε τα δικά της φτερά, ιδρύοντας το δικό της γραφείο στο Λονδίνο. Δύο χρόνια αργότερα τράβηξε το διεθνές ενδιαφέρον, παρότι η πρώτη της δουλειά για το Peak Leisure Club του Χονγκ Κονγκ δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Το 1994 ήλθε η πρώτη μεγάλη παραγγελία στο γραφείο της για τον σχεδιασμό ενός πυροσβεστικού σταθμού στην πόλη Βάιλ της Γερμανίας. Το φουτουριστικό της σχέδιο, που εντασσόταν στη σχολή της Αποδόμησης, εντυπωσίασε τους ομοτέχνους της. Το 2003, όταν έγιναν τα εγκαίνια του κέντρου τέχνης στο Σινσινάτι των ΗΠΑ, ο κριτικός των Τάιμς της Νέας Υόρκης έγραψε «το σπουδαιότερο κτίριο στις ΗΠΑ από την εποχή του τέλους του Ψυχρού Πολέμου». Η φήμη της είχε εκτοξευθεί.

Το πρώτο έργο της Hadid, το Vitra Fire Station στο Weil am Rhein της Γερμανίας, αποτελεί παράδειγμα του πώς χρησιμοποίησε αντισυμβατικές φόρμες στη δουλειά της. Υλοποιημένη στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η μικρή, διώροφη κατασκευή εκτείνεται σφιχτά και στενά σε όλη τη γη που καταλαμβάνει. Αιχμηρές, γωνιώδεις μορφές προεξέχουν δίνοντας την εντύπωση μιας δράσης, μιας δυναμικής ενέργειας που πάγωσε στον χρόνο.
Με τα χρόνια, οι φόρμες της Hadid «μαλάκωσαν», και οι άκρες άρχισαν να εξελίσσονται σε καμπύλες. Σε αλληλογραφίες της με άλλους αρχιτέκτονες συχνα περιγράφει τις καμπύλες μορφές του Πολιτιστικού Κέντρου Heydar Aliyev Cultural Center στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, ως ένα μέσο που επιτρέπει στη δομή να θολώσει τα όρια μεταξύ της αρχιτεκτονικής και της τοπογραφίας. Σήμερα οι μορφές των αρχιτεκτονικών σχεδίων ακολουθούν τα ίδια μοτίβα, από την Ευρώπη έως τη Μέση Ανατολή και την Ασία.

«Ποτέ δεν ένιωσα πρότυπο»
Η Hadid έλεγε σε πολλές περιπτώσεις: «Ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου ως πρότυπο». Έγινε όμως πρότυπο για πολλούς ακολουθώντας απλώς την καριέρα που ήθελε. Ήταν μια εξέχουσα γυναίκα παγκοσμίως αναγνωρισμένη και σε ζήτηση για τα σχέδιά της. Ήταν Ιρακινή γνωστή για τις ικανότητές της ως αρχιτέκτονας και όχι για την καταγωγή της από μια χώρα που παρουσιάζεται συχνά αρνητικά στα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Η Hadid γνώριζε την πλούσια ιστορία της αρχιτεκτονικής από τον αραβικό κόσμο που είχε επηρεάσει τους δυτικούς αρχιτέκτονες και τοποθετούσε τον εαυτό της και το έργο της σε αυτό το πλαίσιο.
Το 2004, η Hadid έγινε η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με το Βραβείο Αρχιτεκτονικής Pritzker. Είναι μέλος ενός μικρού κλαμπ έξι μόνο γυναικών που έχουν βραβευτεί μέχρι σήμερα με την κορυφαία διάκριση. Στις 31 Μαρτίου 2016 εξαιτίας μιας βρογχίτιδας έπαθε καρδιακή προσβολή και έφυγε από τη ζωή. Παρά τον πρόωρο θάνατό της κατάφερε να αφήσει ευδιάκριτο το αποτύπωμά της στην παγκόσμια αρχιτεκτονική.