Το Architect αυτού του μήνα ανοίγει τον φάκελο «αρχιτεκτονική κληρονομιά» και μιλάει με αρχιτέκτονες που κλήθηκαν να φέρουν στο σήμερα κτίρια των οποίων η ιστορία χάνεται στο βάθος του χρόνου. Αγροτόσπιτα στη Θεσσαλία, νοικοκυρόσπιτα στη Βέροια, αρχοντικά στην Άνδρο. Κτίρια που η ημερομηνία θεμελίωσής τους χάνεται μέσα στα βάθη του χρόνου. Με πέτρα, ξύλο και κεραμίδια. Προϊόντα, πολλά από αυτά, της αρχιτεκτονικής της ανάγκης που ίσως συνοψίζεται στη φράση «σπίτι όσο χωρείς και γη όσο θωρείς». Μάρτυρες διαφορετικών τρόπων ζωής που σαρώθηκαν. Κελύφη με ιστορία που υπενθυμίζουν πως κάποιοι άλλοι, πριν από εμάς, πέρασαν από τα μέρη που κατοικούμε.
Έχοντας ενσωματώσει σοφία αιώνων έφθασαν έως το σήμερα κουβαλώντας μικρότερα ή μεγαλύτερα θραύσματα του παρελθόντος. Και πλέον αρχιτέκτονες, μηχανικοί και τεχνίτες καλούνται να λύσουν έναν δύσκολο γρίφο: πώς ένα κτίσμα αιώνων θα καλύψει τις σημερινές ανάγκες; Στο Architect αυτού του μήνα τέσσερις καταξιωμένοι αρχιτέκτονες μιλούν για τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν όταν κλήθηκαν να διαχειριστούν κτίρια που μας κληροδότησε η ιστορία. Και στη συνέχεια παρουσιάζουν ένα από τα έργα τους, μας αποκαλύπτουν τι κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν, τι επέλεξαν να κρατήσουν και τι αναγκάστηκαν να αφήσουν και τι σκέφτονται όταν τελικά το παρέδωσαν ανανεωμένο στο σήμερα.
Εκσυγχρονιστικές παρεμβάσεις και αναστηλωτικές χειρονομίες
«Πρώτα – πρώτα ας δούμε το εύρος των απόψεων σχετικά με την αρχιτεκτονική επέμβαση στα κτίσματα του παρελθόντος: η αυστηρή αναστηλωτική δεοντολογία απαιτείται κυρίως στα αρχαία, τα μεσαιωνικά και τα νεότερα μνημεία της επίσημης αρχιτεκτονικής», μας λέει ο αρχιτέκτονας Γιάννης Κίζης εκ μέρους του Kizi Studio όταν τον ρωτάμε ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζει ο αρχιτέκτονας που καλείται να αναλάβει ένα τέτοιο έργο. «Η αναβίωση των νεότερων μνημείων με νέες χρήσεις απαιτεί αυξημένες αρχιτεκτονικές ελευθερίες», επισημαίνει εξηγώντας ότι αυτό συμβαίνει «διότι η συνέχιση της ύπαρξής τους είναι εξαρτημένη από την επιτυχία της ισορροπίας δύο παράλληλων ενεργειών: των εκσυγχρονιστικών παρεμβάσεων, που θα υποστηρίξουν τη νέα ζωή, και των αναστηλωτικών χειρονομιών, που θα μεταφέρουν το μήνυμα του παρελθόντος στις νεότερες γενιές».
Σύμφωνα με τον κ. Κίζη είναι φανερό ότι στην κατηγορία των έργων της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς που δέχονται νέες χρήσεις, η αρχιτεκτονική σύνθεση δοκιμάζεται πολλαπλά καθώς «οι χειρονομίες της οφείλουν να επιχειρούν ουσιαστικές τομές, να γεφυρώνουν το παρελθόν με το μέλλον του μνημείου και να μην υποκύπτουν στις εφήμερες και επιδερμικές φιγούρες του συρμού».
«Η ποιότητα της αρχιτεκτονικής παρέμβασης – η ισχυρή γραφή, η καλή οικοδομική, η βαθιά ανάλυση της ιστορικότητας και η ανάδειξή της μέσω της νέας αρχιτεκτονικής παρέμβασης – είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας εξασκημένος αρχιτέκτονας – συνθέτης», επισημαίνει χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι δημιουργικότητά αυτού του «αρχιτέκτονα – συνθέτη» τον βοηθά να τα καταφέρει καλύτερα από έναν «εξειδικευμένο αναστηλωτή, συνήθως παγιδευμένο σε άτολμες χειρονομίες». «Βέβαια, όλοι οι καλοί χωράνε στο μεγάλο παιχνίδι της αναψηλάφησης του πολιτισμού μας, με γνώμονα απαρέγκλιτο την ποιοτική δουλειά», επισημαίνει ο κ. Κίζης.
Νέα εμπειρία με σεβασμό σε κτίριο και οικισμό
«Η μεγαλύτερη πρόκληση όταν καλείσαι να διαχειριστείς ένα παραδοσιακό κτίριο είναι ότι πρέπει να συμπεριλάβεις τον σύγχρονο τρόπο ζωής με τις ανέσεις που είμαστε εξοικειωμένοι, μέσα σε ένα περίβλημα που φτιάχτηκε πριν από 100 χρόνια ή και περισσότερο με πολύ διαφορετική φιλοσοφία και ανάγκες» αναφέρει από την πλευρά της η Αλεξάνδρα Δαλιάνη, αρχιτέκτων, εκ μέρους του γραφείου Creative Architects. Μιλώντας μας με αφορμή το έργο découverte, μία παραδοσιακή κατοικία στην Τήνο που παρουσιάζουμε διεξοδικά στη συνέχεια, η κα Δαλιάνη υπογραμμίζει ότι ο αρχιτέκτονας πρέπει να φέρει στο σήμερα την υπάρχουσα δομή για να δημιουργήσει μια νέα εμπειρία κατοίκησης λειτουργική και ευχάριστη, σεβόμενος παράλληλα την ιστορικότητα του κτιρίου και του οικισμού.
Δυνητικά απελευθερωτικοί περιορισμοί
«Η έννοια της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής είναι παρεξηγημένη διότι ακούγεται ως συνδεδεμένη με την γραφικότητα, δηλαδή την επιφανειακή και φτηνή αναπαραγωγή των προτύπων» ξεκαθαρίζει από την πλευρά του ο αρχιτέκτονας Ιωάννης Εξάρχου. Για τον ίδιο, το υφιστάμενο κτίσμα στο οποίο καλείται να παρέμβει μπορεί να είναι εφαλτήριο δημιουργίας. «Οι περιορισμοί που θέτει είναι πολλές φορές λυτρωτικοί, απελευθερωτικοί. Αυτό είναι η γενική στάση. Στην πορεία του σχεδιασμού το πιο σημαντικό μέρος που συχνά υποβαθμίζεται είναι η σπουδή και κατανόηση του ερειπίου, με όρους οικοδομικής, διάρθρωσης και προσανατολισμού των χώρων, αναλογιών, κίνησης και λειτουργίας». Σύμφωνα με τον ίδιο απαιτείται προσοχή, καθότι η φύση των υλικών αλλά και η κλίμακα είναι διαφορετική. «Η διαδικασία της αποτύπωσης είναι διαδικασία γνώσης, κατανόησης και ανασύνθεσης των δεδομένων», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, ο κ. Εξάρχου, φέρνει στο προσκήνιο και έναν ακόμη παράγοντα που παίζει καθοριστικό ρόλο στα έργα αυτού του τύπου: τους τεχνίτες. «Οι οικοδομικές τέχνες οι οποίες παρήγαγαν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική χάνονται, εξαλείφονται. Δεν υπάρχει συνέχεια. Αναφέρω ορισμένα τέτοια επαγγέλματα: για το κτίσιμο πέτρας, για τα επιχρίσματα, για την μαραγκική τέχνη (στέγες, κουφώματα), για το επάγγελμα του σιδηρουργού (καμίνι), για την παραδοσιακή παραγωγή κεραμιδιών, για τον λευκοσιδηρουργό», απαριθμεί καλώντας παράλληλα για θεσμική προστασία των «παραδοσιακών οικοδομικών τεχνών», όπως άλλωστε συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. «Πρέπει να προστατευτούν και να ενθαρρυνθούν, ακόμα και να δημιουργηθούν σχολές τεχνιτών συνδεδεμένες με τις πολυτεχνικές σχολές», μας λέει υποστηρίζοντας πως μία τέτοια κίνηση θα τονώσει το επαγγελματικό ενδιαφέρον και ταυτόχρονα «μπορεί να οδηγήσει στην οικοδομική πρωτοπορία όσο και εάν αυτό ακούγεται οξύμωρο».
Στατικότητα: Η μεγάλη πρόκληση
Για προκλήσεις σε σχεδιαστικό, τεχνικό και αισθητικό επίπεδο κάνει λόγο ο αρχιτέκτονας Νικόλας Βαϊλάκης. «Σε επίπεδο σχεδιασμού, υπάρχουν αρκετοί περιορισμοί κυρίως μιας και οι υφιστάμενοι χώροι είναι δεδομένοι. Ως αποτέλεσμα, οι νέοι χώροι που θα προκύψουν πρέπει να είναι χρηστικοί και να τηρούν τις προδιαγραφές που απαιτούνται για μια σύγχρονη διαβίωση», διευκρινίζει ο κ. Βαϊλάκης. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό; Σύμφωνα με τον ίδιο αυτό μπορεί να επιτευχθεί με «ελαφριές αλλά καίριες παρεμβάσεις, και όπου χρειαστεί και κατασκευαστικά είναι εφικτό με πιο έντονες αλλαγές, όπως η αναπροσαρμογή της τοιχοποιίας, και η μετατροπή ανοιγμάτων».
«Σε κατασκευαστικό επίπεδο», μας λέει ο κ. Βαϊλάκης, «απαιτείται η συντήρηση του κτιρίου από φθορές που θα έχουν παρουσιαστεί μέσα στο χρόνο, με την ταυτόχρονη προσαρμογή και βελτίωση των χώρων και όλα αυτά χωρίς να επιβαρυνθεί η στατικότητα». Σύμφωνα με τον ίδιο αυτό αποτελεί ίσως την μεγαλύτερη πρόκληση για τον αρχιτέκτονα, «ταυτόχρονα όμως δημιουργεί τις συνθήκες για πολύ όμορφες επιλύσεις, που ξεφεύγουν από τον συμβατικό τρόπο κατασκευής».
«Τόσο ο σχεδιασμός όσο και η κατασκευή, γίνονται με στόχο την λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση του κτιρίου», υπογραμμίζει διευκρινίζοντας ωστόσο, και εκείνος, ότι όλες οι παρεμβάσεις θα πρέπει να γίνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να σέβονται την ιστορία και την αισθητική του κτιρίου, αλλά και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο αυτό βρίσκεται.
Τέσσερα έργα που ξεχωρίζουν
Ένα αρχοντικό στην Αθήνα. Μία παραδοσιακή κατοικία στην Τήνο. Ένα ανωγοκάτωγο στην Αρκαδία. Ένα αντιπροσωπευτικό σπίτι σε χωριό της Κρήτης. Οι αρχιτέκτονες πίσω από τέσσερις διαφορετικές μεταξύ τους παρεμβάσεις, σε κτίσματα του παρελθόντος, αναλύουν το σκεπτικό τους και μοιράζονται τα όσα έμαθαν από τις κατασκευές που κάποιοι άλλοι έφτιαξαν και εκείνοι κλήθηκαν να φέρουν στο σήμερα σεβόμενοι τόσο τα ίδια τα κτίρια όσο και τα περιβάλλοντα μέσα στα οποία υπάρχουν.
Κάθε μνημείο έχει τις δικές του απαιτήσεις αποκατάστασης. Οι ξύλινες κατασκευές απαιτούν ειδική τεχνογνωσία, αλλά και αίσθηση του στυλ της προεπαναστατικής εποχής, όπου σύνθεση, κατασκευή, μορφή και διακόσμηση ήταν αλληλένδετες. Στην ενότητα αυτή ανήκει η αποκατάσταση και μουσειακή ανάδειξη του αρχοντικού των Μπενιζέλων στην Πλάκα. Διατηρήθηκε με ευλαβική προσοχή στον μέγιστο εφικτό βαθμό το οικοδομικό υλικό του 1750 και εξυπηρετήθηκε η προσβασιμότητα και η μέθεξη των επισκεπτών με το παρελθόν του μνημείου και της προεπαναστατικής Αθήνας με σύγχρονες αρχιτεκτονικές και μουσειογραφικές παρεμβάσεις. Στο «πιο παλιό σπίτι της Αθήνας» η συνειδητοποίηση της διαχρονίας από την κλασική αρχαιότητα μέχρι τη μεταβιομηχανική εποχή, μέσα από τα εναύσματα που προσφέρει η βίωση αυτού του κτιρίου, είναι το ευτυχές επίτευγμα πολυετούς μόχθου.
CREATIVE ARCHITECTS
Η περίπτωση της παραδοσιακής Τηνιακής κατοικίας αποτελείται από ένα κατώι (το ισόγειο, περίπου 85 τμ) και το ανώι (όροφος περίπου 65 τμ) και είναι κτισμένη με πέτρινη φέρουσα τοιχοποιία. Το κατώι είναι ένας χώρος με ελάχιστα ανοίγματα, δηλαδή με ελάχιστο φωτισμό και αερισμό που χρησίμευε ως αποθήκη τροφίμων της κατοικίας. Εκεί εκτρέφονταν τα ζώα της οικογένειας που έδιναν το κρέας της χρονιάς. Λόγω των παραπάνω χρήσεων βρίσκουμε ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία όπως πιθάρια και ταΐστρες. Ο όροφος ήταν ο βασικός χώρος διαμονής της οικογένειας, το ανώι. Αποτελούνταν από τον χώρο διημέρευσης, την κουζίνα και δύο πολύ μικρά δωμάτια συχνά χωρίς άμεσο φωτισμό και αερισμό. Το λουτρό ήταν συνήθως εκτός του περιγράμματος της βασικής κατοικίας.
Στην περίπτωση του έργου «découverte», που είναι μια εξοχική κατοικία, για να την καταστήσουμε κατοικήσιμη με σύγχρονους όρους κάναμε μία σειρά από επεμβάσεις σε επίπεδο κάτοψης και όψης. Ανοίξαμε στο κατώι μικρά ανοίγματα με τη μορφή πολεμίστρας, ένα στοιχείο που βλέπουμε συχνά σε παραδοσιακούς οικισμούς της Τήνου, για να ενισχύσουμε τον φωτισμό και τον αερισμό. Φτιάξαμε ένα λουτρό στο πιο βαθύ σημείο και πιο κοντά στο σημείο που το φως διεισδύει περισσότερο δημιουργήθηκε χώρος ύπνου. Το κατώι σήμερα χρησιμεύει ως ξενώνας. Στον όροφο, κατά τη διάρκεια των εργασιών, φανερωθήκαν οι πέτρινοι αεραγωγοί μεταξύ των δωματίων και του χώρου διημέρευσης τους οποίους ανακαινίσαμε και διατηρήσαμε – είχαν καλυφθεί από προηγούμενους ιδιοκτήτες.
Και σε αυτό το επίπεδο ανοίξαμε παράθυρα για να είναι βιώσιμο το υπνοδωμάτιο και προστέθηκε ένα λουτρό. Η κατοικία ανακαινίσθηκε ριζικά, διατηρήθηκαν οι πέτρινες τοιχοποιίες, οι οροφές και αρχιτεκτονικά στοιχειά δηλωτικά της εποχής που κατασκευάστηκε. Η κουζίνα και τα λουτρά σχεδιάστηκαν με μεγάλη λεπτομέρεια και γενικότερα η συνολική επέμβαση έγινε με πρόθεση την μορφολογική συνέπεια, τον σεβασμό στον τόπο και το τοπίο. Σε συνεργασία με τους Τηνιακούς τεχνίτες σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν ειδικές κατασκευές από μάρμαρο και μέταλλο, όπως τα υπέρθυρα, οι νιπτήρες και κάποια από τα φωτιστικά.
IΩΑΝΝΗΣ ΕΞΑΡΧΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Πρόκειται για την κατοικία που σχεδίασα για την οικογένειά μου στην Αρκαδία. Αφορμή στάθηκε η παρουσία φίλων στην ευρύτερη περιοχή και το γεγονός ότι αποκτήσαμε παράλληλα παιδιά. Εκμεταλλευόμενος τις γνώσεις που είχα από τα παλαιά κτίρια βρήκα αυτό το ανωγοκάτωγο και έγινε το καταφύγιό μας. Το οίκημα στεγάζει τις ανάγκες μίας τετραμελούς οικογένειας. Πλέον οι καθημερινοί χώροι είναι διευρυμένοι και οι χώροι ύπνου ελαχιστοποιημένοι. Θεωρείται ένα τυπικό κτίσμα αυτού του τύπου. Οι αναλογίες του είναι ένα προς δύο και τοποθετείται κάθετα στην κλίση του εδάφους. Το σημαντικότερο όλων είναι αναλογίες που διέπουν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Ανθρωποκεντρικές, λειτουργούν με τις ελάχιστες διαστάσεις. Για να μπεις στο σπίτι σκύβεις λίγο. Σου υπενθυμίζει πως μπαίνεις σε ένα κέλυφος που προϋπάρχει από εσένα και ενδεχομένως είναι μία κίνηση σεβασμού. Η είσοδος στον χώρο μου προσφέρει μία απίστευτη χαρά.
Η ιδέα πίσω από την αποκατάσταση είναι απλή: ελαχιστοποίηση των αναγκών και μεγιστοποίηση της χαράς. Οι περιορισμοί του πέτρινου και άκαμπτου κελύφους, όσο και αν ακούγεται περίεργο, μου έδωσαν ελευθερία στον σχεδιασμό. Το σπίτι σχεδιάστηκε όπως ένα τροχόσπιτο ή ένα ιστιοπλοϊκό όπου απαιτείται η μέγιστη εργονομία. Οι μικροί χώροι απαιτούν ολικό σχεδιασμό. Απαιτείται να σχεδιαστεί και η περιεχόμενη επίπλωση η οποία θα είναι προσαρμοσμένη στα εκάστοτε χωρικά δεδομένα προκειμένου να μεγιστοποιήσει την λειτουργικότητα και την χωρική αίσθηση. Οι χώροι σχεδιάζονται πάντοτε με την επίπλωση τους. Το ξύλο, που μοσχοβολάει ακόμα, κυριαρχεί στο εσωτερικό.
VAILAKIS & ASSOCIATES
Πρόκειται για μια παλιά διώροφη κατοικία της δεκαετίας του ‘30 στην ορεινή ενδοχώρα του νομού Ρεθύμνης, εντός του οικισμού Καρίνες. Το κτίριο αποτελεί δείγμα τοπικής αρχιτεκτονικής και φτιάχτηκε με τα υλικά και την τεχνοτροπία που επικράτησαν στους περισσότερους οικισμούς της Κρήτης εκείνη την εποχή. Συγκεκριμένα, ήταν κατασκευασμένο με φέρουσα τοιχοποιία από ανομοιογενή λιθοδομή, καλυμμένη με ασβεστοκονίαμα, δάπεδα στον όροφο από ξυλεία καστανιάς αλλά και από οπλισμένο σκυρόδεμα και οπτοπλινθοδομή σε κάποια σημεία, προσθήκες που μαρτυρούν μικρές παρεμβάσεις που έγιναν στις αμέσως επόμενες δεκαετίες. Βασική ιδέα της ανακαίνισης ήταν η αποκατάσταση του κτιρίου εξωτερικά στην αρχική του μορφή, αλλά και η χρήση μοντέρνων υλικών και επίπλωσης στο εσωτερικό. Ιδιαίτερη πρόκληση ήταν η εξασφάλιση επαρκούς φωτισμού, η ηχομόνωση των ξύλινων δαπέδων του ορόφου αλλά και η αποκατάσταση και ανάδειξη των τσιμεντένιων δαπέδων.
Επειδή η διάνοιξη μεγαλύτερων ανοιγμάτων δεν ήταν δυνατή, για τον φυσικό φωτισμό, όλες οι εσωτερικές επιφάνειες βάφτηκαν σε ανοικτές αποχρώσεις. Το ξύλινο δάπεδο του ορόφου μονώθηκε με οικολογικό πετροβάμβακα εγκλωβισμένο μέσα σε μια ειδικά διαμορφωμένη ξύλινη ψευδοροφή μεταξύ των δοκίδων καστανιάς. Τα υφιστάμενα δάπεδα καλύφθηκαν με στρώση ανοιχτόχρωμης τσιμεντοκονίας με γυαλιστερή υφή προκειμένου να ενισχυθεί η φωτεινότητα, αλλά και να δοθεί μια πιο μοντέρνα νότα. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία, ήταν η παρουσία στο εσωτερικό ξύλινων υπέρθυρων από κυπαρίσσι, κάτι το οποίο αποκαλύφθηκε κατά τη συντήρηση και αναδείχθηκε. Όλα τα ανοίγματα αντικαταστάθηκαν με νέα ξύλινα χειροποίητα με διπλούς υαλοπίνακες. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε σε νιπτήρες και νεροχύτες που κατασκευάστηκαν με πατητή τσιμεντοκονία ενώ προτιμήθηκαν σύγχρονα φωτιστικά.