Πώς εξελίσσεται το φαινόμενο της κοινωνικής αρχιτεκτονικής στην Ευρώπη και με ποιους τρόπους θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα;

«Είναι μια από τις όμορφες ανταμοιβές στη ζωή το ό,τι, όποτε κάποιος προσπαθεί ειλικρινά να βοηθήσει κάποιον άλλον, βοηθάει και τον εαυτό του» είχε πει κάποτε ο Αμερικανός φιλόσοφος Ralph Waldo Emerson και στη σύγχρονη εποχή ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός δεν στοχεύει μόνο στη δημιουργία κτιρίων όμορφων, άνετων και αποτελεσματικών, αλλά αντικατοπτρίζει, επίσης, την πρόθεση των αρχιτεκτόνων να δημιουργήσουν χώρους που εξυψώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των χρηστών. Κάτι πολύ περισσότερο από μια τάση, η κοινωνική αρχιτεκτονική ήρθε για να μείνει και υπόσχεται να οικοδομήσει έναν καλύτερο κόσμο για τις μελλοντικές γενιές!

Η ανθρωποκεντρική προσέγγιση της αρχιτεκτονικής
«Η Κοινωνική Αρχιτεκτονική, ως η ανθρωποκεντρική προσέγγιση της επιστήμης μας, αφορά στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζουμε χώρους που ενισχύουν την αλληλεπίδραση και ευημερία των ανθρώπων, καθώς και τη δημιουργία κοινοτήτων που συνδυάζουν την ανθρώπινη διάσταση με την ολιστική βιωσιμότητα, κάνοντας την καθημερινότητά μας πιο φιλική, πιο φιλόξενη, πιο προσβάσιμη για όλους» δηλώνει στο Architect η Αλίκη Ιωάννα Παπαπέτρου, Dipl. Sustainable Architect Engineer & Designer της Πáli Architexture.
«Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον υλικών, την υποστήριξη των τοπικών κοινοτήτων μέσω χώρων που ενισχύουν τις μικρές επιχειρήσεις και τις κοινωνικές δραστηριότητες, αλλά και την ενσωμάτωση τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας, εξασφαλίζοντας περιβαλλοντική υπευθυνότητα και ανθεκτικότητα στον σχεδιασμό» μας εξηγεί ο Πιέρος Πιερής, Partner στην PIERIS ARCHITECTS.
«Συχνά, regenerative έργα στοχεύουν στη μείωση της κοινωνικής ψαλίδας, προωθώντας την ισότητα μέσω προσιτής στέγασης, δημόσιων χώρων και βιώσιμων λύσεων που προάγουν πρότυπα στέγασης με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, προσφέροντας στο περιβάλλον και τα οικοσυστήματα», μας λέει η Μαργαρίτα Κυανίδου, Founder στην ONUS Architecture Studio.
«Οι αρχιτέκτονες πρέπει να συνεργάζονται στενά με τους κατοίκους και τους χρήστες, ώστε να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες τους και να διασφαλίσουν ότι το τελικό αποτέλεσμα ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις τους» υπογραμμίζει ο Πιέρος Πιερής.
«Συνιστά ευθύνη και χρέος κάθε συντελεστή του έργου να σεβαστεί το μέρος που καλείται να δουλέψει ή να επέμβει και να το κάνει με τέτοιο τρόπο που το πρότζεκτ να είναι τόσο καλά ριζωμένο σε αυτήν την περιοχή, ώστε να καταστεί μέρος της κοινότητας» σημειώνει ο Δημήτρης Καραμπατάκης, Αρχιτέκτονας και Founder του K- Studio.
Άλλωστε, όπως πολύ εύστοχα μας υπενθυμίζει η Αλίκη Ιωάννα Παπαπέτρου «η αρχιτεκτονική δεν είναι απλώς τα κτίρια και οι χώροι ως αυτόνομες οντότητες, αλλά και οι σχέσεις που δημιουργούμε σε αυτά, τα συναισθήματά μας, οι βιωματικές αναμνήσεις μας και οι ιστορίες που γράφονται μέσα στο (χωρο)χρόνο!».

Ένας «σχεδιαστικός ακτιβισμός» που αλλάζει τον κόσμο
«Την πεποίθησή του ότι «η αρχιτεκτονική έχει τη δύναμη της αλλαγής και μπορεί να λειτουργήσει ως ένα είδος «σχεδιαστικού ακτιβισμού» που προτείνει καινοτόμες ιδέες, αναγκαίες στις σύγχρονες κοινωνικές πολιτικές» εκφράζει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος, Αρχιτέκτονας, Eπικεφαλής του γραφείου Potiropoulos+Partners.
Όπως σημειώνει «οι μετακινήσεις πληθυσμών, η διάδοση του Airbnb και ο υπερτουρισμός, δημιουργούν νέες ανάγκες στέγασης σε πολλές πόλεις και περιοχές του πλανήτη».
«Ο αρχιτέκτονας δεν μπορεί να είναι απλός παρατηρητής τέτοιων φαινομένων αντίθετα οφείλει να αφουγκράζεται τα κοινωνικά ζητήματα και να αναζητά λύσεις μέσα από τον σχεδιασμό του», υπογραμμίζει ο Μανώλης Βουράκης, Founder, και Senior partner στην Office 25 Architects.

«Το φαινόμενο της κοινωνικής αρχιτεκτονικής εξελίσσεται στην Ευρώπη με ραγδαίους ρυθμούς, καθώς η υπερσυσσώρευση του πληθυσμού στις πόλεις δημιούργησε μη βιώσιμες συνθήκες» μας λέει o Αλέξανδρος Κιτρινιάρης, Αρχιτέκτων Μηχανικός, Founder at KAAF.
«Η συρρίκνωση του δημόσιου χώρου προς όφελος της ανοικοδόμησης συνεπάγεται την έλλειψη πλατειών, πάρκων και αστικών νησίδων πρασίνου, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος του πληθυσμού να κατοικεί σε δυσμενείς συνθήκες διαβιώσεις στα αστικά πυκνοδομημένα κέντρα» περιγράφει.

«Σημαντικό στοιχείο στην προσπάθεια που καταβάλλεται από την Ευρώπη για κοινωνική αρχιτεκτονική είναι το υπό συνεχή διαμόρφωση νομικό πλαίσιο μέσα από διακρατικές συμφωνίες, όπως το Paris Agreement μεταξύ 150+ μερών, οι Βιώσιμοι Στόχοι (ESG/SDGs), οι Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί Δόμησης και Κάλυψης – στους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται όλες οι σχετικές χώρες – και φυσικά το Green Plan 2030 σε παγκόσμιο επίπεδο, με την πόλη της Σιγκαπούρης να διατηρεί τα ηνία στην πρωτοπορία» σημειώνει Αλίκη Ιωάννα Παπαπέτρου.

Εξαπλώνεται η κοινωνική αρχιτεκτονική στην Ευρώπη
«Την τελευταία δεκαετία η Δυτική Ευρώπη έχει δείξει πολλά παραδείγματα κοινωνικής αρχιτεκτονικής κυρίως στην Ολλανδία, τη Δανία και την Ισπανία, προς όφελος του δημόσιου χώρου, ενώ έχει ως αφετηρία τη συμβολική κίνηση της Γαλλίας να κατεδαφίσει ένα σημαντικό μέρος κτιριακού αποθέματος της πυκνοδομημένης πρωτεύουσας, ώστε να δημιουργήσει αστικά κενά και δημόσιους χώρους πρασίνου τον προηγούμενο αιώνα», αναφέρει ο Αλέξανδρος Κιτρινιάρης.
«Πόλεις όπως το Βερολίνο, το Άμστερνταμ και η Κοπεγχάγη πρωτοπορούν με έργα που εστιάζουν σε μικτές χρήσεις γης, ενσωμάτωση πράσινων τεχνολογιών και συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων στον σχεδιασμό και τη λήψη αποφάσεων», σχολιάζει η Αλίκη Ιωάννα Παπαπέτρου.
«Το νέο δόγμα στην Ευρώπη υπαγορεύει τον σχεδιασμό σύγχρονων, κοινωνικών εγκαταστάσεων, που θα ενισχύουν την οικοδόμηση σχέσεων μεταξύ των κατοίκων τους και την κοινωνικοποίησή τους στον γενικό πληθυσμό» σημειώνει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος.
Δημόσιοι χώροι όπως πάρκα και πλατείες ενισχύουν τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και την ευημερία των ανθρώπων, μας λέει ο Πιέρος Πιερής, παραθέτοντας ως παραδείγματα το High Line και το Little Island στη Νέα Υόρκη.

«Το High Line είναι ένας υπερυψωμένος πεζόδρομος, ο οποίος μετατράπηκε από παλιά σιδηροδρομική γραμμή σε δημόσιο πάρκο, ενδυναμώνοντας την αστική αναζωογόνηση μέσω της επαναχρησιμοποίησης εγκαταλελειμμένων υποδομών, ενώ το Little Island, ένα τεχνητό νησί στον ποταμό Χάντσον, αποτελεί επίσης χώρο που ενθαρρύνει την κοινωνική αλληλεπίδραση, προσφέροντας κοινόχρηστους χώρους που φιλοξενούν πολιτιστικές εκδηλώσεις» μας εξηγεί.

Το καινοτόμο σύστημα κοινωνικής κατοικίας του Λονδίνου
«Στην Βρετανία μόλις το 9% του πληθυσμού διαμένει σε εγκαταστάσεις κοινωνικής κατοικίας, ενώ αντίθετα η Ισπανία έχει να επιδείξει σημαντικό εύρος προγραμμάτων κοινωνικής στέγασης, με το Βέλγιο να βρίσκεται στη ίδια γραμμή» περιγράφει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος . Όπως μας ενημερώνει «σήμερα η Αυστρία, και ειδικότερα η Βιέννη, παραμένει το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα πολιτικών κοινωνικής κατοίκησης, αφού περίπου το 63% του πληθυσμού της Αυστριακής πρωτεύουσας εξυπηρετείται στις δομές της».
Τον θαυμασμό του για το ιδιαίτερα καινοτόμο σύστημα κοινωνικής κατοικίας του Λονδίνου εκφράζει ο Πιέρος Πιερής, πληροφορώντας μας πως «για κάθε νέα κατοικία υπάρχει πάντα μια υποχρεωτική συνεισφορά για κοινωνική στέγαση, ενώ στα οικιστικά έργα με περισσότερες από 10 μονάδες, οι εταιρείες ανάπτυξης είναι υποχρεωμένες να παραχωρούν σχεδόν τις μισές μονάδες στο κράτος για κοινωνικές κατοικίες».
«Αυτό το μέτρο διασφαλίζει την ισότιμη κατανομή των κοινωνικών κατοικιών σε κάθε περιοχή, είτε πρόκειται για εύπορες είτε για υποβαθμισμένες συνοικίες, αποτρέποντας έτσι τη γκετοποίηση» σημειώνει, συμπληρώνοντας πως «οι ευάλωτες ομάδες πληθυσμού ενσωματώνονται σε διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά περιβάλλοντα, ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή».

CopenHill: Το εργοστάσιο σκουπιδιών που έγινε τοπόσημο
Ως αξιοσημείωτο παράδειγμα κοινωνικής αρχιτεκτονικής ο Δημήτρης Καραμπατάκης, Αρχιτέκτονας και Founder του K- Studio, αναφέρει το CopenHill, ένα εργοστάσιο σκουπιδιών στην Κοπεγχάγη. Όπως περιγράφει «φτιάξανε έναν χώρο που μαζεύει τα σκουπίδια, τα σορτάρει και μέσα από αυτήν την καύση σκουπιδιών παράγει ενέργεια για την πόλη».
«Επιπλέον, επειδή αυτό απαιτεί μια μεγάλη έκταση και συνήθως ο χώρος που είναι η συγκομιδή και το καύσιμο σκουπιδιών συνδέεται με κάτι λιγότερο κοινωνικά προσβάσιμο, δημιουργήσαν και ένα κτίριο που προσκαλεί την κοινότητα να χρησιμοποιήσει τους εξωτερικούς χώρους του, συμπεριλαμβανομένης της οροφής, είτε για πικ νικ είτε για σκι, οπότε έχουν βάλει τρία σκι σλοτς, πίστες αναρρίχησης στις όψεις και αρκετά ευχάριστούς χώρους στον περιβάλλοντα, χώρο όπου πηγαίνουν οι πολίτες, σαν προορισμό με τις οικογένειές τους», μας ενημερώνει.
«Το ενδιαφέρον είναι ότι η όλη περιοχή, που ήταν μια κακή περιοχή, έχει αναπτυχθεί, έχει ανεβεί το value της αξίας γης στα γύρω οικόπεδα, ενώ έχει δημιουργηθεί και ένας χώρος πολιτισμού, άσκησης, συγκέντρωσης και ποιότητας ζωής» μας λέει, υπογραμμίζοντας πως όλα αυτά έχουν βασιστεί στον ιδιωτικό τομέα.
Όπως σημειώνει ο Δημήτρης Καραμπατάκης «εν τέλει κάθε κτίριο που καλείται να ολοκληρωθεί πρέπει να υπολογίζει, εκτός από τον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή το οικονομικό όφελος της επιχείρησης, το πώς μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των πολιτων στο άμεσο και έμμεσο μέλλον».

Η κοινωνική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα
Πώς εξελίσσεται, όμως, το φαινόμενα της κοινωνικής αρχιτεκτονικής στη χώρα μας; «Η κοινωνική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα αδυνατεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά έως σήμερα, καθώς δεν κατασκευάζονται οι δημόσιοι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί και μένουν στα συρτάρια των φορέων και των υπηρεσιών των Δήμων ή Περιφερειών οι οποίοι τους προκήρυξαν για πολιτικό όφελος μεν, αλλά χωρίς να εμπεριέχουν μεθοδολογική κατεύθυνση υλοποίησης» τονίζει ο Αλέξανδρος Κιτρινιάρης.
«Η αύξηση της ανοικοδόμησης της τελευταίας 3ετίας οδηγεί σε μεγάλου μεγέθους επενδύσεις, που αφορούν κυρίως κτιριακά συγκροτήματα και λιγότερο αστικές αναπλάσεις, πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις που αποδίδονται δημόσια κτίρια προς όφελος της αναβάθμισης της εκπαίδευσης, της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής κατοικίας» συμπληρώνει, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, πως αυτή η πρόθεση είναι μια συνθήκη που αλλάζει στην Ευρώπη, κυρίως με την χρήση μεθόδων και υλικών φιλικών προς το περιβάλλον, που προσφέρουν ταχύτητα στην κατασκευή και έχουν ξεκινήσει να εισέρχονται στην Ελλάδα.

«Σε χώρες σαν τη δική μας, όπου ο εξωτερικός χώρος είναι μέρος της ζωής μας, υπάρχει η όρεξη για ποιότητα ζωής» παρατηρεί ο Δημήτρης Καραμπατάκης, ενώ η Αλίκη Ιωάννα Παπαπέτρου χαρακτηρίζει την Κοινωνική Αρχιτεκτονική επιτακτική ανάγκη, δεδομένων των προκλήσεων της εποχής μας.
Όπως σημειώνει «το πλούσιο πολιτιστικό και κοινωνικό υπόβαθρο της χώρας μας δύναται να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία βιώσιμων και συμμετοχικών κοινοτήτων, ξεκινώντας από τοπικό επίπεδο και ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, τη διαδικασία σχεδιασμού, τις μεθόδους διατήρησης του χώρου και την κοινωνική ενδυνάμωση».
Βέβαια, δεν παραλείπει να τονίζει πως «τα παραπάνω προϋποθέτουν συνεργασία μεταξύ Μηχανικών, Κοινωνικών Οργανώσεων, Περιβαλλοντικών Φορέων, Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ακτιβιστών, Δημοσίων Προσώπων, Πολιτικών, Πολιτών κλπ. αλλά και συνέργεια Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα, καθώς η Κοινωνική Αρχιτεκτονική για να εφαρμοστεί κάθετα και οριζόντια απαιτεί υπέρογκα κεφάλαια, εξειδικευμένο και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, ορθή πολιτική διαχείριση κονδυλίων, έξυπνα διαστημικά τεχνολογικά συστήματα και ανεπτυγμένες εφαρμογές».

Ζούμε σε «ατελείς» πόλεις
«Οι Έλληνες ζούμε σε «ατελείς» πόλεις.. Είναι πόλεις του καφέ, του ποτού, της μόδας, της κατανάλωσης, αλλά όχι πόλιες όλο εκείνο το φάσμα δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν άνθρωποι με διαφορετικές ανάγκες, ενδιαφέροντα και ταυτότητες» δηλώνει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος.
«Δεν είναι πόλεις για εξυπηρέτηση κοινωνικών αναγκών, ούτε όμως για μικρά παιδιά που παίζουν ξέγνοιαστα στους δρόμους, για ρομαντικούς περιπάτους, για αναπάντεχα καλλιτεχνικά δρώμενα, για απομόνωση και περισυλλογή», μας εξηγεί.
Συνεπώς, όπως τονίζει, «συζητάμε εδώ για την ανάγκη μίας «συντεταγμένης» πόλης, μίας «δημοκρατικής» πόλης, στην οποία άνθρωποι διαφορετικής προέλευσης, φυλής, κοινωνικής επιφάνειας, ηλικίας, φύλου, και ενδιαφερόντων, θα μπορούν να προστατεύονται, να εξυπηρετούνται, να αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, να δημιουργούν τους δικούς τους τόπους, όπου θα καλλιεργούν τις ταυτότητές τους ως άτομα και ως ομάδες».
«Η κοινωνική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα θα μπορούσε να εστιάσει στην αντιμετώπιση της κοινωνικής ανισότητας της ενεργειακής φτώχειας και του κόστους κατασκευής, μέσω προσιτής στέγασης, βιώσιμων και ενεργειακά αποδοτικών κτιρίων για όλους» αναφέρει.
«Η επαναχρησιμοποίηση κτιρίων δύναται να προσφέρει στέγη σε μεγάλη μερίδα των πολιτών, ενώ ταυτόχρονα να συμβάλει στην ενεργοποίηση περιοχών που μέχρι τώρα θεωρούνταν υποβαθμισμένες» μας λέει ο Μανώλης Βουράκης.

«Σήμερα μιλάμε για μια νέου είδους αντιπαροχή, για τη δημιουργία κοινωνικής κατοικίας και όχι μόνον» δηλώνουν οι Μαρία Ζαφειριάδου και Δημήτρης Πούλιος, Αρχιτέκτονες- Πολεοδόμοι, Εταίροι στην Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες, τονίζοντας πως διαφαίνεται ήδη ότι πρότυπο για αυτό που θα επιχειρηθεί στην Ελλάδα είναι το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου η κοινωνική κατοικία δημιουργείται μέσω συμπράξεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ)»,
«Οι ΣΔΙΤ στον τομέα της κοινωνικής στέγασης στην Ισπανία βασίζονται σε ένα μοντέλο όπου το δημόσιο παρέχει γη μέσω μακροχρόνιων μισθώσεων, ενώ ο ιδιωτικός τομέας αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση, την κατασκευή και ενίοτε τη διαχείριση των ακινήτων» περιγράφουν, διευκρινίζοντας πως αυτό επιτρέπει στο δημόσιο να αξιοποιεί ακίνητά του, παράλληλα με ιδιωτικά κεφάλαια και τεχνογνωσία, αντιμετωπίζοντας ουσιαστικά την έλλειψη στέγης.
«Για να διασφαλιστεί ότι τα έργα πληρούν τα πρότυπα καινοτομίας και βιωσιμότητας, συχνά διεξάγονται αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί, προωθώντας έτσι υψηλής ποιότητας αστικό σχεδιασμό, που περιλαμβάνει διαβαθμίσεις δημόσιων -κοινωνικών- χώρων που λειτουργούν μαζί με τους αυστηρά ιδιωτικούς, σε ενιαίο σύνολο» σημειώνουν, υπογραμμίζοντας ότι «η επιτυχία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την έκταση της δημόσιας εποπτείας
«Χωρίς την αυστηρή επιβολή κανονισμών, οι ΣΔΙΤ ενδέχεται να μην πληρούν κρίσιμες δημόσιες κατευθυντήριες γραμμές, σαν αυτές που σχετίζονται με την ενεργειακή απόδοση και την κοινωνική ένταξη» διευκρινίζει.