Μονόδρομος για τον σύγχρονο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό η δημιουργία βιώσιμων και καινοτόμων έργων που σέβονται το περιβάλλον, τα φυσικά τοπία και συμβάλλουν σε ακμάζουσες ανθρώπινες κοινότητες.
Eίμαστε μάρτυρες μιας εποχής όπου, περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να θεωρούμε την αειφορία και τη βιωσιμότητα όχι ως μια… μόδα περαστική, αλλά αλληλένδετη με την ίδια την ύπαρξή μας. Η ποιότητα της ανθρώπινης ζωής και (χωρίς καμία υπερβολή) η ίδια η υπόσταση του ανθρώπου εξαρτώνται από το κατά πόσο θα αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με τη φύση, το περιβάλλον και φυσικά την υπόλοιπη κοινότητα.
Αν μη τι άλλο, υπό αυτό το πρίσμα, η αρχιτεκτονική αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς έρχεται να επιβεβαιώσει την πρωταρχική και πιο σημαίνουσα αποστολή της: τη δημιουργία χώρων, προσωπικών και δημόσιων, που θα ενισχύουν την κοινωνική συναναστροφή και επικοινωνία, την άθληση, την επαφή με το φυσικό περιβάλλον. Με λίγα λόγια, τη δημιουργία χώρων που θα έχουν στο επίκεντρό τους την ανάπτυξη και ευεξία του ανθρώπου.
Πώς μπορεί λοιπόν η αρχιτεκτονική να απαντήσει στις προκλήσεις των καιρών και να τις ξεπεράσει; Τι ρόλο θα διαδραματίσουν τα υλικά που δίνουν σάρκα και οστά στο αρχιτεκτονικό όραμα; Οι αρχιτέκτονες Μυρτώ Κιούρτη, Δημήτρης Ποτηρόπουλος και Χρύσα Σταματοπούλου (σε αλφαβητική σειρά) μιλούν στο Architect.
Η οικοδομική δραστηριότητα να επιβραδυνθεί δημιουργικά
Μια ριζοσπαστική προσέγγιση στον τρόπο που σχεδιάζουν οι αρχιτέκτονες, και κατ’ επέκταση κατασκευάζονται τα έργα τους, προτείνει η αρχιτέκτων Μυρτώ Κιούρτη. Η διδάκτωρ του ΕΜΠ μεταξύ άλλων περιγράφει τις καταστροφικές αντιλήψεις που υφίστανται για το περιβάλλον, αλλά και πώς να τις ξεπεράσουμε.
«Κατά τη γνώμη μου οι αρχιτέκτονες για να απαντήσουν με ειλικρίνεια απέναντι στο περιβαλλοντικό πρόβλημα έχουν να λύσουν έναν πολύ δύσκολο γρίφο. Οφείλουν να ανατρέψουν δύο βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις της σημερινής κοινωνίας: το ότι όσο πιο μεγάλος είναι ένας χώρος τόσο πιο απολαυστικός και το ότι ένα έργο πρέπει να σχεδιάζεται και να κατασκευάζεται γρήγορα. Οι δύο αυτές αντιλήψεις είναι καταστροφικές για το περιβάλλον και αν δεν τις ανατρέψουμε άμεσα είναι βέβαιο ότι ο πλανήτης θα δυσκολευτεί να επιβιώσει, όσα ‘‘πράσινα’’ υλικά και αν χρησιμοποιούμε, όση ανακύκλωση και αν κάνουμε. Ο πληθυσμός της Γης αυξάνεται και η διάχυση του πλούτου σε ολοένα και πιο πολλές κοινωνίες δίνει την δυνατότητα σε μεγάλους πληθυσμούς να κτίζουν, ολοένα και περισσότερο. Χάρη στην τεχνολογία μπορούμε να κτίζουμε πολύ πιο εύκολα, πιο οικονομικά και πολύ πιο γρήγορα από παλιά.
Αυτός ο συνδυασμός ευκολίας, οικονομίας και ταχύτητας στην κατασκευή είναι όμως τελικά καταστροφικός για το περιβάλλον. Ο άνθρωπος είναι ον δημιουργικό. Αντλεί απόλαυση από την οικοδομική πρακτική, γιατί το να κτίζεις είναι πολύ δημιουργική διαδικασία. Τη στιγμή που θα ολοκληρωθεί ένα έργο, από τη φύση του κάθε αρχιτέκτονας, κάθε εργοδότης, κάθε κατασκευαστική εταιρεία θα θελήσουν να προχωρήσουν στο επόμενο έργο, όλοι θα φαντασιωθούν το επόμενο δημιούργημά τους. Γιατί η δημιουργία είναι συνυφασμένη με την ίδια την ορμή για ζωή. Η ταχύτητα ολοκλήρωσης των κατασκευών ωθεί λοιπόν τους ανθρώπους δίχως να το συνειδητοποιούν στο να φτιάχνουν το ένα σπίτι μετά το άλλο, το ένα κτίριο μετά το άλλο. Έτσι γεμίζουμε με απίστευτα επιταχυνόμενο ρυθμό τον πλανήτη με νέα κτίρια, νέες πόλεις. Ας σκεφτούμε τι συμβαίνει στα ελληνικά νησιά που κτίζονται συνέχεια κινδυνεύοντας να γίνουν πόλεις σε μέγεθος νησιών. Ας αναλογιστούμε τις νέες μητροπόλεις της Ασίας που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια από το πουθενά μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες. Αυτά είναι φαινόμενα κατακλυσμιαία που δεν τα έχει ξανά αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα στο παρελθόν. Πρέπει ως κοινωνία να σταματήσουμε για λίγο να «τρέχουμε» και να σκεφτούμε τι κάνουμε πριν να είναι αργά.
Η οικοδομική πρακτική πιστεύω πως πρέπει να επιβραδυνθεί δημιουργικά αλλά και απολαυστικά. Οφείλουμε και οι αρχιτέκτονες και οι εργοδότες μας να εξαντλούμε την δημιουργική μας ορμή σχεδιάζοντας, μελετώντας προσεκτικά, δίνοντας στον εαυτό μας άπλετο χρόνο για να σκεφτούμε, να οραματιστούμε και να εμπνευστούμε, επιδιώκοντας την τελειότητα στο έργο που θα παράγουμε. Τι νόημα έχει πια να φτιάχνουμε απειράριθμα μέτρια κτίρια; Η αρχιτεκτονική πρέπει να πάψει να είναι μια λαίμαργη, βιαστική, πρόχειρη, οικοδομική πρακτική που τελικά σπέρνει κτίρια κουφάρια και οικοδομικά σκουπίδια σε ολόκληρο τον πλανήτη εξανεμίζοντας το φυσικό τοπίο και τις πολύτιμες πρώτες ύλες.
Επίσης πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η αντίληψη σύμφωνα με την οποία όσο πιο μεγάλος είναι ένας χώρος τόσο το καλύτερο είναι μια ιδέα που προέρχεται από παλιότερες γενιές, στερημένες σε χώρο—ας σκεφτούμε πως ως πρόσφατα πολυμελείς οικογένειες ζούσαν σε ένα δωμάτιο. Μοιάζει με την βουλιμία των γενεών που πέρασαν όπως λέμε γλαφυρά «την πείνα της κατοχής». Ο μεγάλος χώρος προσέφερε επίσης απόλαυση στους ανθρώπους σε εποχές που το εξωτερικό περιβάλλον ήταν αφιλόξενο. Τα παλάτια, οι πύργοι και τα αρχοντικά γεννήθηκαν ως φρουριακοί σχηματισμοί που προσέφεραν στους ανθρώπους ένα προστατευμένο περιβάλλον μέσα σε μια φύση εχθρική. Σήμερα χάρη στην τεχνολογία έχουμε εξανθρωπίσει τη φύση και χάρη στην εξέλιξη του κράτους και των δικαιωμάτων έχουμε εξανθρωπίσει -σχετικά- την κοινωνία. Δεν κινδυνεύουμε πια όταν ζούμε έξω από τα κτίρια στη φύση και στην πόλη—το αντίθετο! Ερχόμαστε σε επαφή με άλλους και αυτό το οξυγόνο κοινωνικότητας συμβάλλει στην ψυχική και σωματική μας υγεία. Άρα δεν χρειαζόμαστε τεράστια κελύφη γιατί η ίδια η εξωτερικότητα της πόλης και της φύσης είναι ασφαλείς χώροι για να κατοικούμε και μάλιστα μας προσφέρουν πολύ πιο πλούσιες και απολαυστικές εμπειρίες από ένα κτιριακό κέλυφος, όσο πολυτελές και μεγάλο κι αν είναι αυτό. Το υπερμέγεθες σπίτι αντιθέτως συμβάλλει στην απομόνωση και την αποκοπή μας από το κοινωνικό περιβάλλον. Αντί λοιπόν να αναζητούμε τη βιωσιμότητα σε ημίμετρα, η κλιματική κρίση και οι προκλήσεις του καιρού μας μας προσφέρουν τη μοναδική ευκαιρία να ξαναδούμε τον τρόπο ζωή μας με τρόπο ριζοσπαστικό και συνολικό».
Να επανέλθει η αρχιτεκτονική που έχει στο επίκεντρο την έννοια της «γης-μητέρας»
Ο βίαιος εκμοντερνισμός της αστικής ζωής, με όλα τα επακόλουθα του, αναδεικνύει το φλέγον θέμα της επανασύνδεσης της αρχιτεκτονικής με αναγκαία, επιβιωτικά αρχέτυπα – για παράδειγμα, τη σχέση μας με τη φύση, σημειώνει από την πλευρά του ο αρχιτέκτων και επικεφαλής της Potiropoulos+Partners, Δημήτρης Ποτηρόπουλος.
«Αναφέρομαι σε μια αρχιτεκτονική, που όσο αντιφατικό και αν ακούγεται σε συνάρτηση με τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, επιμένει να αφυπνίσει σχέσεις που λόγω της μηχανοποίησης των διαδικασιών και του σύγχρονου τρόπου ζωής έχουν παραμεληθεί: Η αρχιτεκτονική που εμπεριέχει στη φιλοσοφία της την έννοια της ‘‘γης-μητέρας’’ εστιάζοντας στη σύνδεση του ανθρώπου με τη βιωματική, εμπειρική κατανόηση των πραγμάτων, ειδικότερα όσων συναποτελούν τον φυσικό μας περίγυρο ή προέκτασή του. Ο βιώσιμος σχεδιασμός σε οντολογικό επίπεδο δεν προτείνει επί της ουσίας κάτι ριζικά καινούργιο, αλλά επιστρατεύει διαθέσιμα μέσα για να ανακυκλώσει ήδη αποκτημένη γνώση. Οι ιδέες της προσαρμοστικότητας του σχεδιασμού απέναντι στο κλίμα, στο περιβάλλον, και στην κοινωνία, της αρμονικής συνύπαρξης των μερών σε μια ολότητα, και της απαλλαγής από το ‘‘περιττό’’, είναι γνωστές ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Σήμερα, όταν η περιβαλλοντική καταστροφή θέτει σε αμφισβήτηση την κοινή πεποίθηση ότι ο μελλοντικός χρόνος είναι άπειρος, βρισκόμαστε στη χρονική στιγμή που πρέπει κανείς να υποδείξει τέτοιες δυνατότητες υπέρβασης, εκεί όπου η σημερινή λογική συναντάει αδιέξοδα. Ώστε η αρχιτεκτονική να αποτελεί όχημα ευημερίας», επισημαίνει ο κ. Ποτηρόπουλος.
Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός να κοιτάξει πέραν της αειφορίας
Για τη Χρύσα Σταματοπούλου, αρχιτέκτονα και μέλος των Grimshaw Architects, οι προκλήσεις που εγείρονται εξαιτίας της κλιματικής κρίσης είναι τόσο κρίσιμες που όχι μόνο πρέπει να σταματήσουμε να επιβαρύνουμε το περιβάλλον, αλλά να επιστρέψουμε όσα του αφαιρέσαμε.
«Ο πλανήτης και οι πόλεις μας καλούνται να ανταποκριθούν στις μεγάλες αλλαγές και προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σχεδόν καθημερινά πλέον. Ο εκθετικός ρυθμός με τον οποίο αυξάνεται ο πληθυσμός, κυρίως στις πόλεις, απαιτεί αντίστοιχη αύξηση τον υποδομών. Για κάθε σχολείο, νοσοκομείο, δίκτυο μετρό και αεροδρόμιο που έχουμε αυτήν τη στιγμή, θα χρειαστούμε τουλάχιστον τα διπλάσια απλά και μόνο για να ανταποκριθούμε στη βασική ζήτηση. Αντίστοιχα, οι κατοικίες πρέπει να προσαρμοστούν στις σημερινές ανάγκες διαβίωσης, διατηρώντας όμως έναν βαθμό ευελιξίας για μελλοντική αναπροσαρμογή και επανάχρηση.
Επομένως, θα ήθελα να επαναδιατυπώσω την ερώτηση. Σε τι λύσεις μάς οδηγούν όλα όσα μαθαίνουμε καθημερινά για την περιβαλλοντική κρίση;
Τις τελευταίες δεκαετίες οι τεχνολογικές εξελίξεις συνέβαλαν σε γρηγορότερες, φθηνότερες και ίσως ευκολότερες λύσεις στον σχεδιασμό και την κατασκευή. Ο ρυθμός με τον οποίο εξαντλούμε τους φυσικούς πόρους όμως και ο μη βιώσιμος πλέον ρυθμός αλλοίωσης της φύσης πρέπει όχι απλά να επιβραδυνθεί, αλλά να αντιστραφεί. Έτσι λοιπόν ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός θα πρέπει να κοιτάξει πέραν της αειφορίας, όχι μόνο στο να μην ‘‘πληγώσουμε’’ περαιτέρω τη φύση αλλά πώς από εδώ και στο εξής, με κάθε μας επέμβαση, να μπορέσουμε να δώσουμε πίσω σε αυτήν και να επαναφέρουμε χαμένα περιβάλλοντα.
Παλιότερα λέγαμε “να το αφήσεις όπως το βρήκες”. Σήμερα όμως, θα πρέπει να αφήνουμε τον κάθε τόπο καλύτερο από ό,τι τον βρήκαμε».
Ο κεντρικός ρόλος των υλικών
Μια νέα λογική ανάπτυξης πρέπει να ακολουθηθεί προκειμένου, αφενός, να μη σταματήσει η παραγωγή και, αφετέρου, να μην εξαντληθούν οι φυσικοί πόροι που είναι απαραίτητοι για την κατασκευή των έργων, σύμφωνα με τον Δημήτρη Ποτηρόπουλο. «Η μετάβαση στην κυκλική οικονομία αποτελεί βασική διάσταση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Στο πλαίσιο αυτό η αρχιτεκτονική πρακτική οφείλει να υπηρετήσει την κοινωνία με νέα ηθική και συνείδηση και να απαλλαγεί από τα δεσμά μιας άκαμπτης τεχνο-κεντρικής νοοτροπίας και της συνήθως αυτοαναφορικής σχεδιαστικής τάσης που έχουμε οι αρχιτέκτονες. Η διατύπωση προτάσεων που θα σέβονται με έναν ολιστικό τρόπο το περιβάλλον και την κοινωνία συνιστά πλέον κυρίαρχο αίτημα. Oι ιδέες της ολιστικότητας στην αντιμετώπιση των αρχιτεκτονικών ζητημάτων εντοπίζονται σε σχεδιαστικές προσεγγίσεις, οι οποίες συνθέτουν γνώση από τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες, τα οικονομικά, τις πολιτικές και διοικητικές επιστήμες, και τους τεχνολογικούς κλάδους, βασιζόμενη στην υπόθεση της επιρροής που έχουν στον βιώσιμο σχεδιασμό τα πέντε βασικά στοιχεία: φύση, άνθρωπος, κοινωνία, κελύφη, δίκτυα. Οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας, η ανακύκλωση, η επανάχρηση, η βιώσιμη συνεργασία της αρχιτεκτονικής σκέψης με τις κοινωνικές και υλικοτεχνικές παραμέτρους, η επανασύνδεση της ζωής μας με τη φύση, αποτελούν σήμερα κεντρικό ζητούμενο στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά της, η Χρύσα Σταματοπούλου θεωρεί την κυκλική οικονομία και την τεχνολογία ως τον συνδετικό ιστό των πόλεων, ως πολύπλοκων συστημάτων.
«Πριν εξετάσουμε τα υλικά και την τεχνολογία, πιστεύω ότι είναι σημαντικό να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να εξετάσουμε το ευρύτερο πλαίσιο, γιατί πολλές είναι οι φορές που εστιάζουμε στο δέντρο αντί για το δάσος. Ας λάβουμε υπόψη επίσης την τέταρτη διάσταση, τον χρόνο. Οι άνθρωποι, εξ ορισμού, συνηθίζουμε να προβλέπουμε το μέλλον με βάση τον δικό μας χρονικό κύκλο.
Αντίθετα, οι πόλεις είναι ζωντανοί οργανισμοί που υπήρχαν πριν από τη γέννησή μας και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά από εμάς. Εξελίσσονται, ωριμάζουν, γηράσκουν και αναγεννούνται, παρά το γεγονός ότι μπορεί να μας φαίνεται πως όλα παραμένουν στατικά. Στην ουσία, η κυκλική οικονομία αναδεικνύεται ως ένα εργαλείο που μπορεί να συνδέσει όλα αυτά.
Ερωτήσεις όπως: Ποιες είναι οι τυπολογίες κτιρίων που χρειαζόμαστε και σε τι αριθμό ώστε το αστικό περιβάλλον να διατηρεί μία ισορροπία; Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία ώστε να μειώσουμε την ποσότητα των υλικών και της ενέργειας που απαιτούνται στην κατασκευή και λειτουργία αυτών των κτιρίων; Μπορούμε να μετατρέψουμε τα παράγωγα του κτισμένου περιβάλλοντος σε προϊόντα; Και σε συνάρτηση με τον χρόνο, μπορεί αυτή η ευθεία γραμμή από την παραγωγή στην κατανάλωση και τα απόβλητα να μετατραπεί σε ένα κλειστό κύκλωμα ώστε να επιτευχθεί μια συνεχής ροή;
Κάπου εκεί βρίσκεται η λύση σε πολλές από τις σημερινές προκλήσεις της καθημερινής ζωής!» τονίζει η αρχιτέκτων των Grimshaw Architects.
Η βιώσιμη αρχιτεκτονική στην πράξη
Μπορούν όμως όλες αυτές οι ιδέες να βρουν πρακτικό πεδίο εφαρμογής; Γιατί, το πιο σημαντικό για την ίδια την αρχιτεκτονική είναι να αποδείξει προς πάσα κατεύθυνση πως μπορεί όχι μόνο να προτείνει εναλλακτικές διαδρομές και τρόπους σκέψης, αλλά και πώς μπορεί να τις εφαρμόσει αναλαμβάνοντας τον ηγετικό ρόλο που της αξίζει.
Noida Airport, από τους Grimshaw Architects
Οι αρχές της βιωσιμότητας και της αειφορίας είναι χαραγμένες στο DNA των Grimshaw, επισημαίνει η Χρύσα Σταματοπούλου. Το Noida Airport στο Νέο Δελχί, κατά την ολοκλήρωσή του, όπως αναφέρει η αρχιτέκτων, θα είναι το πρώτο net-zero energy rated αεροδρόμιο και το πιο «πράσινο» αεροδρόμιο στην Ινδία, σκοράροντας τέσσερις από τους στόχους του Indian Green Building Council συμπεριλαμβάνοντας το IGBC New Building Platinum. «Το αεροδρόμιο έχει σχεδιαστεί με προτεραιότητα τον επιβάτη, δημιουργώντας ένα οικείο περιβάλλον, με κύριο χαρακτηριστικό την ινδική φιλοξενία και συγκεκριμένα τη γεωγραφική του θέση, ενσωματώνοντας την τοπική κουλτούρα και το φυσικό περιβάλλον της περιφέρειας Utter Pradesh. Αυτή η προσέγγιση είναι βασική κατεύθυνση σε όλα τα έργα που αναλαμβάνουμε», υπογραμμίζει.
Layers Villa, από την Potiropoulos+Partners
«Δεν χρειαζόμαστε νέα, μεγάλα, ‘’υπερσχεδιασμένα’’ κτίρια και συγκροτήματα στις πόλεις. Πράσινο χρειαζόμαστε», τονίζει ο Δημήτρης Ποτηρόπουλος φέρνοντας το Layers Villa ως ένα από τα παραδείγματα έργων βιώσιμης αρχιτεκτονικής της Potiropoulos+Partners. «Η ίδια η αρχιτεκτονική κοινότητα είναι αναστοχαστική πλέον. Πρέπει να μας απασχολήσει το πώς μπορούμε να φτιάξουμε χώρους που θα κάνουν ευτυχισμένους τους ανθρώπους, με φυσικό φως, καλές συνθήκες υγιεινής, αίσθηση ελευθερίας, με τη φύση παρούσα. Δεν πιστεύω στις εντυπωσιακές χειρονομίες. Στη σύγχρονη εποχή, καθώς απομακρυνόμαστε υπό την πίεση της τεχνολογικής έκρηξης όλο και περισσότερο από τον φυσικό, ή αν θέλετε φυσιολογικό τρόπο ζωής, και ενώ ο ίδιος ο πλανήτης αντιδρά, η αρχιτεκτονική θα πρέπει να κινηθεί προς τα ‘‘πίσω’’, όπως θα έλεγε ο Pallasmaa, προς μία αρχέγονη εικόνα», συμπληρώνει.